Η βουλευτής της ΝΔ κ. Ντόρα Μπακογιάννη ανταπαντά στον υπουργό Οικονομίας και Ανάπτυξης κ. Δημήτρη Παπαδημητρίου, ο οποίος υπερασπίζεται την υψηλή φορολόγηση. Το άρθρο της κ. Μπακογιάννη φιλοξενεί η εφημερίδα "Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ" (χθεσινό κυριακάτικο φύλο).
Στην ανταπάντησή του ο υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης (Καθημερινή, 7.1.2017) επιμένει να υπερασπίζεται την υψηλή φορολόγηση σε μια οικονομία που ασφυκτιά υπό το βάρος των υπέρμετρων φόρων σε νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα όμως, υποκρίνεται ότι δεν αντιλαμβάνεται το περιεχόμενο των παρατηρήσεων μου, έτσι ώστε να υποχρεούμαι να επιστρέψω στο ζήτημα.
Πρώτον, ποτέ δεν ισχυρίστηκα ότι η μείωση των εταιρικών φορολογικών συντελεστών οδηγεί αυτόματα στην προσέλκυση των επενδύσεων. Συγκεκριμένα στο άρθρο μου υποστήριξα ότι, «η προσέλκυση επενδύσεων δεν επιτυγχάνεται αποκλειστικά μέσω της φορολογικής πολιτικής αλλά απαιτεί ένα φιλικό προς αυτές περιβάλλον, όπου η χαμηλή φορολογική επιβάρυνση είναι ένας μόνο από αυτούς». Προς τούτο η οικονομική πρόταση της Νέας Δημοκρατίας συνίσταται σε μία δέσμη προτάσεων που συνδυάζει ριζοσπαστικές διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις στο θεσμικό περιβάλλον της οικονομίας με χαμηλότερη φορολογική επιβάρυνση (και παράλληλο περιορισμό των κρατικών δαπανών) προκειμένου να αποκατασταθεί η εμπιστοσύνη στην οικονομία και να αναληφθούν σοβαρές επενδυτικές πρωτοβουλίες.
Δεύτερον, ο υπουργός υποστηρίζει ότι μία οικονομία σαν την ελληνική μπορεί «να αντισταθεί στις πιέσεις να υιοθετήσει μια σχετικά χαμηλή φορολογική επιβάρυνση καθώς προσφέρει πληθώρα ευκαιριών κέρδους». Δεν θα σταθώ στην καινοφανή άποψη πως πρέπει να αντιστεκόμαστε στις πιέσεις για χαμηλή φορολογία (!) και θα συμφωνήσω πως η χώρα μας όντως προσφέρει σημαντικές ευκαιρίες για δυνητικούς επενδυτές. Αυτές όμως τις ευκαιρίες ο ΣΥΡΙΖΑ υπονόμευσε και υπονομεύει σταθερά, τόσο όταν βρισκόταν στην αντιπολίτευση όσο και σήμερα που ως κυβέρνηση ψηφίζει ασμένως και με τα δύο χέρια οτιδήποτε της ζητηθεί από τους Θεσμούς. Εναντιώθηκε σθεναρά σε κάθε ιδιωτικοποίηση δημόσιας περιουσίας. Κωλυσιεργεί, στρεβλώνει ή δεν εφαρμόζει σχεδόν κάθε μεταρρύθμιση που έχει προσυπογράψει. Αποθαρρύνει κάθε σοβαρό επενδυτή, ο οποίος γνωρίζει ότι η κυβέρνηση τον αντιμετωπίζει σαν αρπακτικό κερδοσκόπο.
Τρίτον, ο υπουργός παραδέχεται στο κείμενό του ότι «η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ προέκρινε την προσωρινή αύξηση της φορολογίας αντί της περαιτέρω μείωσης των δαπανών για τον απλό λόγο ότι ο πολλαπλασιαστής και άρα το αναπτυξιακό αποτέλεσμα των δημόσιων δαπανών είναι αποδεδειγμένα (βλ. ΟΟΣΑ και Ε.Ε.) υψηλότερα αυτών της μείωσης των φόρων» και συνεπώς αναγνωρίζει τα υπαρκτά περιθώρια άσκησης μιας διαφορετικής οικονομικής πολιτικής. Ωστόσο, η διεθνής εμπειρία καταδεικνύει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή επιτυγχάνεται αποτελεσματικότερα όταν το μείγμα προκρίνει τη μείωση των δαπανών έναντι της αύξησης των φόρων.
Και μιας που ευγενικά μας παραπέμπει σε βιβλιογραφικές αναφορές που λανθασμένα νομίζει ότι αγνοούμε, σίγουρα από την πλευρά του θα γνωρίζει, μεταξύ άλλων, τη μελέτη των γνωστών πολιτικών οικονομολόγων Alesina και Ardagna, σύμφωνα με την οποία, και με βάση 21 χώρες από το 1970, μια δημοσιονομική προσαρμογή που βασίζεται στη μείωση των δαπανών οδηγεί ταχύτερα στην ανάπτυξη (Alberto Alesina and Silvia Ardagna, “The Design of Fiscal Adjustments,” Harvard University working paper, September 2012). Αντίθετα, η δημοσιονομική προσαρμογή που στηρίζεται στην αύξηση της φορολογίας ασκεί υφεσιακές πιέσεις στην οικονομία (κάτι που αναμένεται να συμβεί με τον φετινό προϋπολογισμό, σύμφωνα με το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους). Επιπρόσθετα και ιδιαίτερα σημαντικό στη συζήτησή μας, η δημοσιονομική προσαρμογή που δίνει βάρος στην αύξηση των φόρων έχει αρνητική επίδραση στις επενδύσεις καθώς περιορίζει το παραγωγικό δυναμικό της οικονομίας (Alberto Alesina, Carlo Favero, and Francesco Giavazzi, “The Output Effect of Fiscal Consolidations,” NBER working paper No. 18336, August 2012).
Αντιλαμβάνομαι ότι η στάση του υπουργού απέναντι στην υψηλή φορολόγηση είναι σύμφωνη με την παρωχημένη ιδεολογική προσέγγιση της κυβέρνησης που αντιμετωπίζει το κράτος ως το μοναδικό εργαλείο και πηγή ανάπτυξης. Ωστόσο, αν κάτι επιτυγχάνουν οι υπέρογκοι φόροι, αυτό είναι να συντηρούν ένα πολυδάπανο και σπάταλο οικονομικό μοντέλο δημιουργώντας προσόδους προς διανομή σε συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες, κάτι που ενισχύει την οικονομική αναποτελεσματικότητα, ενθαρρύνει τη δημιουργία πελατειακών δικτύων και συμβάλει στην εμφάνιση φαινομένων διαφθοράς.
Τελικά, η κατάχρηση της ευγενούς φιλοξενίας των στηλών της Κυριακάτικης Καθημερινής από τους δυο μας αποδεικνύεται ιδιαίτερα χρήσιμη. Αποκαλύπτει την απόλυτη γύμνια της κυβέρνησης στο πεδίο της ολοκληρωμένης αναπτυξιακής στρατηγικής και η οποία συνίσταται σε μία απλή, πλην όμως αδιέξοδη, πρόταση: μην πειράζετε τους φόρους του ΣΥΡΙΖΑ!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου