Μία νίκη του «ναι» στο δημοψήφισμα της 16ης Απριλίου αναμένεται να ενισχύσει σημαντικά τα προνόμια του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.
Όμως το αποτέλεσμα προοιωνίζεται εξαιρετικά αμφίρροπο, καθώς δεν αποκλείεται οι ψηφοφόροι να θελήσουν να δώσουν ένα μάθημα στον Ερντογάν για τις αρνητικές επιδόσεις που πρόσφατα επιδεικνύει η τουρκική οικονομία.
Η Τουρκία βαστά την ανάσα της. Έπειτα από μία διακυβέρνηση δεκατεσσάρων ετών ως πρωθυπουργός, κατά τη διάρκεια της οποίας ο Ερντογάν δεν έχασε ούτε μία εκλογική αναμέτρηση, τώρα ως πρόεδρος παίζει το πολιτικό του μέλλον με την προκήρυξη ενός δημοψηφίσματος για την αναθεώρηση του Συντάγματος, που μόνο δυσοίωνα μηνύματα προαναγγέλλει για το μέλλον της χώρας.
Το στοίχημα είναι μεγάλο: Οι 18 συνταγματικές τροποποιήσεις, που αποτελούν το κεντρικό διακύβευμα στο δημοψήφισμα της Κυριακής, προβλέπουν την εκ βάθρων μεταβολή του πολιτεύματος στην Τουρκία.
Σε περίπτωση νίκης του «ναι», ο πρόεδρος θα έχει την εξουσία να διορίζει και να καθαιρεί κατά το δοκούν τα μέλη της κυβέρνησης.
Θα μπορεί να διαλύσει το Κοινοβούλιο—γεγονός που θα δρομολογεί αυτομάτως νέες εκλογές—και θα μπορεί σε περιόδους κρίσης να διοικεί αυτός το κράτος μέσω προεδρικών διαταγμάτων.
Όσον αφορά δε το αξίωμα του πρωθυπουργού, που σήμερα αποτελεί τον ακρογωνιαίο λίθο του Συντάγματος απότοκου του στρατιωτικού πραξικοπήματος του 1980, θα καταργηθεί με απλές και συνοπτικές διαδικασίες.
Ταυτόχρονα, το δικαστικό σύστημα, του οποίου η ανεξαρτησία έχει αμφισβητηθεί τα τελευταία χρόνια, θα περάσει εφεξής στον ασφυκτικό έλεγχο της εκτελεστικής εξουσίας. Το αποτέλεσμα θα είναι ο ένοικος του προεδρικού μεγάρου Ακσαράι να έχει άμεσο λόγο για τη σύνθεση του Συμβουλίου Δικαστών κι Εισαγγελέων (HSYK), που ρυθμίζει τους διορισμούς των δικαστών και του Συνταγματικού Δικαστηρίου.
Οι αλλαγές αυτές θα τεθούν εν ισχύ από το 2019 και θα επιτρέπουν στον Πρόεδρο να διατηρηθεί στην εξουσία έως και το 2029! Μία μακροβιότητα πρωτάκουστη από την εποχή του πατέρα της Τουρκικής Δημοκρατίας Μουσταφά Κεμάλ Ατατούρκ.
Ο Ερντογάν διατείνεται πως τούτη η συνταγματική μεταρρύθμιση είναι αναγκαία προκειμένου να σταθεροποιηθεί η πολιτική κατάσταση στη χώρα και να απομακρυνθεί το φάσμα του σχηματισμού εύθραυστων κυβερνητικών συμμαχιών, οι οποίες ενοχοποιούνται ότι αποτέλεσαν τροχοπέδη για την οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας στη δεκαετία του ’90.
Ο ίδιος επικαλείται ως πρότυπο για τις νέες εξουσίες του το ημι-προεδρικό μοντέλο της Γαλλίας, ή την αμερικανική προεδρία, αποφεύγοντας ωστόσο να τονίσει ότι και σε αυτές τις δημοκρατίες έχουν προβλεφθεί αντίβαρα για την υπερεξουσία του ηγέτη.
Το δημοψήφισμα προκηρύσσεται τη στιγμή που ήδη ασκούνται επικρίσεις κατά της προεδρίας για αυταρχισμό.
Πόσο αλήθεια μοιάζει μακρινή εκείνη η εποχή που ο Ερντογάν συνδύαζε στο πρόγραμμά του τον μετριοπαθή ισλαμισμό, τη δημοκρατία και την οικονομία της αγοράς!
Μετά το αποτυχημένο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 2016, που αποδόθηκε στον διαφωνούντα ιεροκήρυκα Φετουλάχ Γκιουλέν, το πολιτικό κλίμα έχει βαρύνει ιδιαίτερα.
Η κατάσταση εκτάκτου ανάγκης δεν έχει αρθεί, ενώ συνεχίζονται οι προγραφές όσων στήριξαν το αποτυχημένο πραξικόπημα: περίπου 47.000 άνθρωποι έχουν συλληφθεί, 137.000 δημόσιοι υπάλληλοι απολύθηκαν, όπως τονίζει ο ιστότοπος Turkey Purge.
Για να διεξαγάγει την προεκλογική του εκστρατεία, ο Ερντογάν έχει αναπτύξει δυσανάλογα ευρείς μηχανισμούς.
Αφίσες υπέρ του «ναι» έχουν πλημμυρίσει κάθε σημείο στη χώρα. Υπερμεγέθεις συγκεντρώσεις διοργανώνονται και καλύπτονται απ’ ευθείας από τα τηλεοπτικά δίκτυα.
Τουλάχιστον 170 ειδησεογραφικά όργανα που δεν πρόσκεινται στον πρόεδρο έχουν κλείσει από τον περασμένο Ιούλιο.
Μολαταύτα, το αποτέλεσμα αναμένεται να είναι αμφίρροπο, σύμφωνα με τις σφυγμομετρήσεις.
Το γεγονός αυτό ανησυχεί ιδιαίτερα τον Ερντογάν, ο οποίος έχει μετατρέψει το δημοψήφισμα σε ψήφο εμπιστοσύνης στο πρόσωπό του.
Ο ίδιος χαίρει μεγάλης δημοτικότητας βέβαια , ιδίως στους αγροτικούς πληθυσμούς της Ανατολίας.
Όμως έχει να αντιμετωπίσει το Κεμαλικό κόμμα CHP, δεύτερη δύναμη στην Εθνοσυνέλευση, το φιλο-κουρδικό HDP, του οποίου οι δύο συμπροεδρεύοντες Σελαχατίν Ντεμιρτάς και Φιγκέν Γιουκσεγκντάγ είχαν συλληφθεί τον περασμένο Νοέμβριο, όπως και σημαντικό τμήμα του εθνικιστικου ΜΗΡ. Ακόμη κι οι οπαδοί του ίδιου του Ερντογάν έχουν αρχίσει ν’ αναρωτιούνται εάν είναι αναγκαία μία προεδροποίηση του καθεστώτος, αφ’ ης στιγμής το κυβερνητικό κόμμα ΑΚΡ ήδη ελέγχει όλα τα όργανα και τους θεσμούς της εξουσίας.
Οι σχέσεις με την ΕΕ
Μήπως τούτο είναι ένα δείγμα μίας φρενίτιδας;
Ο Ερντογάν έχει πολλαπλασιάσει τις ρηματικές εξάρσεις του με ακροδεξιό περιεχόμενο, με κίνδυνο να προκαλέσει ανεπανόρθωτη ρήξη με την ΕΕ.
Μετά την απαγόρευση των προεκλογικών συγκεντρώσεων στην Ολλανδία, όπου ζει μία μεγάλη τουρκική παροικία, ο πρόεδρος κατήγγειλε τις «ναζιστικές τούτες τακτικές».
Στόχος του; Να παρουσιασθεί ως θύμα και να προσελκύσει τους εθνικιστές και συντηρητικούς ψηφοφόρους.
Αλλά ξέχωρα από το θέμα της συνταγματικής αναθεώρησης, πολλοί ψηφοφόροι ίσως θελήσουν να δώσουν ένα ηχηρό ράπισμα στον Ερντογάν για την οικονομική κατάσταση που επικρατεί στη χώρα.
Έπειτα από μία σειρά θανατηφόρων επιθέσεων, την αναζωπύρωση των συγκρούσεων με τους αντάρτες του κουρδικού ΡΚΚ στα νοτιοανατολικά της χώρας, το αποτυχημένο πραξικόπημα και την πολυδάπανη στρατιωτική επέμβαση στη Συρία, ο ρθυμός ανάπτυξης στην Τουρκία έπεσε στο 2,9% το 2016, έναντι 4% του 2015.
Εξίσου συρρικνώθηκε και το ΑΕΠ κατά 1,8% σε ετήσιο ρυθμό κατά το τρίτο τρίμηνο. Για πρώτη φορά από το 2009. Ο πληθωρισμός τον Μάρτιο ανήλθε στο 11,29%, στο υψηλότερο σημείο από το 2008, ενώ ο δείκτης ανεργίας ανέβηκε στο 12,7% τον Δεκέμβριο.
Οι τράπεζες βρίσκονται υπό ασφυκτική πίεση, ενώ και το τουρκικό νόμισμα έχασε το 30% της αξίας του έναντι του δολαρίου από τον Ιούλιο του 2016, και παρά την δραστική παρέμβαση της Κεντρικής Τράπεζας.
Παράλληλα δε, εξαιτίας της χρονίζουσας αστάθειας, τα έσοδα από τον τουρισμό (που ισοδυναμούν στο 5% του ΑΕΠ) έχουν συρρικνωθεί κατά 30% το 2016. Τη στιγμή που οι προηγούμενες εκλογικές επιτυχίες του Ερντογάν οφείλονται εν μέρει στις εντυπωσιακές επιδόσεις της οικονομίας.
Από την άλλη, ναι μεν οι δαπάνες των νοικοκυριών—κύριος μοχλός της ανάπτυξης στηνΤουρκία—εξακολουθούν να κινούνται σε υψηλούς ρυθμούς, αλλά οι επενδυτές ακόμη τηρούν στάση αναμονής, ενώ οι διώξεις των τελευταίων μηνών, που έχουν αγγίξει και τον τομέα της οικονομίας, δεν φαίνεται να αποτελούν ενθαρρυντικό δεδομένο για επενδύσεις. Επιπλέον, το ίδιο το δημοψήφισμα αποτελεί πηγή ανησυχίας για τις χρηματοοικονομικές αγορές, όπως έχει παραδεχθεί κι ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Μεχμέτ Σιμσέκ.
Το πρόβλημα είναι ότι ενδέχεται τούτη η ανησυχία να παραταθεί, όποιο κι εάν είναι το αποτέλεσμα. Και τούτο διότι, εάν η νίκη του «ναι» ανοίγει μεν διάπλατα τον δρόμο του Ερντογάν προς την απόλυτη εξουσία, με όσους κινδύνους αυθαιρεσίας αυτό συνεπάγεται, κανείς δεν είναι βέβαιος ποια πρόκειται να είναι η αντίδραση του ευερέθιστου ‘σουλτάνου’ εάν οι Τούρκοι ψηφοφόροι του καταφέρουν έναν ιστορικό κι ηχηρό εκλογικό κόλαφο.
(ΑΠΕ-ΜΠΕ
Πηγή:
Les Echos)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου