Του Ιωάννη Αραμπατζή
Φοιτητή Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
13.10.2019, 7:30 π.μ. , Κομπάνι, Β. Συρία, τοπικό νοσοκομείο
Το κλάμα ενός νεογέννητου μωρού σκίζει τον αέρα και βάζει τέρμα στη σιωπή που επικρατεί τη νωχελική τούτη ώρα. Είναι ένα κοριτσάκι, κουρδικής καταγωγής, το οποίο ανοίγοντας δειλά τα μάτια του αντικρίζει έναν πρωτόγνωρο σ’ αυτό κόσμο. Τα μικρά ρυάκια από δάκρυα κυλούν αργά δροσίζοντας τα παιδικά του μάγουλα· ένδειξη ότι το νεογέννητο είναι υγιές, εξηγεί η επιστήμη. Υπό άλλες συνθήκες, το συμβάν αυτό θα ζωγράφιζε χαμόγελα στα πρόσωπα των παρευρισκόμενων και η ελπίδα που φωλιάζει στην καρδιά του καθενός θα αναθάρρευε. Ίσως κάπου αλλού, σε κάποια πιο φωτεινή γωνιά του πλανήτη, όχι όμως εδώ… Εδώ οι μέρες είναι τόσο σκοτεινές, όσο και οι νύχτες και ο ήλιος μετά βίας λάμπει μέσα από τον καπνό και τη σκόνη. Στα πρόσωπα των παρευρισκομένων στην αίθουσα τοκετού ένα παγωμένο χαμόγελο σχηματίζεται στα χείλη τους και το κλάμα του νεογέννητου ηχεί δυσοίωνα στα αυτιά τους προμηνύοντας ένα ζοφερό μέλλον. Καμία ελπίδα δεν αναθαρρεύει. Σ’ αυτό τον τόπο η ελπίδα έχει θαφτεί εδώ και καιρό βαθιά κάτω από τους σωρούς από χαλάσματα. Από τη γέννηση της, η μικρή αυτή κούρδισσα φορτώθηκε στους ώμους της μια βαριά καταδίκη: να είναι κυνηγημένη σε όλη της τη ζωή, καταδικασμένη από την εθνική της ταυτότητα.
Η ιστορία του κουρδικού λαού είναι μακραίωνη και ξεχωριστή· μια σπαρακτική ιστορία ανείπωτης οδύνης και κατάφωρης παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων ενός λαού πολύπαθου και κατατρεγμένου, καταδικασμένου να ζει στο περιθώριο. Οι πρώτοι κουρδικοί πληθυσμοί συναντώνται ήδη από αρχαιοτάτους χρόνους στη Μέση Ανατολή και στη Μεσοποταμία. Οργανωμένοι σε βασίλεια αποκτούν τους επόμενους αιώνες αυτόνομη γλώσσα, η οποία εντάσσεται στην ιρανική γλωσσική ομάδα των ινδοευρωπαϊκών γλωσσών, και αναπτύσσουν πολιτισμό. Η λάμψη των βασιλείων αυτών φθίνει σταδιακά μέχρι τον 7ο αιώνα μ.Χ., οπότε και τα περισσότερα εξ αυτών υπέκυψαν στο Ισλάμ. Στα χρόνια που ακολούθησαν, εγκαθιδρύθηκαν νέες κουρδικές πολιτείες και δυναστείες, οι οποίες όμως στερούνταν την ισχύ και την αίγλη των πρώτων κουρδικών βασιλείων. Κατά τον 12ο και τον 13ο αιώνα, Τούρκοι νομάδες έκαναν για πρώτη φορά την εμφάνιση τους στον γεωγραφικό χώρο της Μ. Ανατολής και βαθμηδόν κυριάρχησαν στις πατρογονικές εστίες των Κούρδων· η απαρχή ενός διαχρονικού και δυσεπίλυτου γεωπολιτικού ζητήματος, του «Κουρδικού». Η μακροχρόνια καταπίεση και η συστηματική εκμετάλλευση των κουρδικών πληθυσμών, οι οποίοι βρέθηκαν στο σύνορο μεταξύ δύο πανίσχυρων αυτοκρατοριών που προέκυψαν, της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας και της Περσικής Δυναστείας των Σαφαβιδών - αυτοκρατορίες, που τους συνέθλιψαν και τους εξώθησαν στο περιθώριο - αφύπνισε ένα αίσθημα κοινού προορισμού και εθνικής συνείδησης γεννώντας ήδη από τον 16ο αιώνα το αίτημα της σύστασης ενός ενιαίου κουρδικού κράτους με κοινή γλώσσα και πολισμό. Ωστόσο, οι σχετικές προσπάθειες δεν ευοδώθηκαν. Μετά τη λήξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου και την οριστική διάλυση της Οθωμανικής αυτοκρατορίας αναπτερώθηκαν οι ελπίδες των Κούρδων για τη δημιουργία ενός ανεξάρτητου κράτους στη βάση του δικαιώματος αυτοδιάθεσης των λαών. Αφορμή στάθηκε το κείμενο της συνθήκης των Σεβρών, μεταξύ των διατάξεων του οποίου προβλεπόταν στα άρθρα 62 και 64 η ίδρυση ανεξάρτητου Κουρδιστάν, υπό την προϋπόθεση όμως τουρκικών υποχωρήσεων. Η άρνηση παραίτησης της Τουρκίας από τις διεκδικήσεις της στα εδάφη που ενδιέφεραν τους Κούρδους σε συνδυασμό με την άνοδο και ισχυροποίηση του κινήματος των Νεότουρκων, οι οποίοι επιδιώκοντας την εθνική ενότητα στο νεοσυσταθέν τουρκικό κράτος ονόμασαν τους Κούρδους «ορεινούς Τούρκους», έριξαν στο κενό κάθε προσπάθεια για ανεξαρτητοποίηση του κουρδικού λαού και εγκαινίασαν μια νέα περίοδο διώξεων και περιθωριοποίησής του. Από τη δεκαετία του 1950 μέχρι σήμερα, οι Κούρδοι συνεχίζουν τον αγώνα τους για πολιτική και πολιτιστική αυτονομία μέσα από το απαγορευμένο στην Τουρκία P.K.K. (Εργατικό Κόμμα του Κουρδιστάν), τον οργανωμένο ακτιβισμό και τον ένοπλο αγώνα. Ο πληθυσμός τους σήμερα ανέρχεται περίπου στα 30 εκατομμύρια παγκοσμίως με την πλειονότητα να βρίσκεται συγκεντρωμένη στην ΝΑ Τουρκία, τη Β. Συρία, το Β. Ιράκ και το Δ. Ιράν, υπερασπιζόμενη τις πανάρχαιες εστίες των προγόνων της.
Η σύντομη αυτή αναδρομή στη μακρά ιστορία του κουρδικού λαού αποσκοπεί στο να καταστεί εναργέστερη στον αναγνώστη η δυναμική της κατάστασης που έχει διαμορφωθεί με το πέρασμα των αιώνων στις προαναφερθείσες περιοχές της Μέσης Ανατολής, όπου κατοικούν οι κουρδικοί πληθυσμοί. Ωστόσο, τα δεδομένα αναφορικά με το επονομαζόμενο «Κουρδικό ζήτημα» διαρκώς μεταβάλλονται και οι εξελίξεις των τελευταίων ετών -αναμφίβολα καταιγιστικές- προσθέτουν συνεχώς νέα στοιχεία στην προκειμένη υπόθεση. Απαρχή των νέων ραγδαίων εξελίξεων αποτέλεσαν σε μια πρώτη φάση η αμερικανική επέμβαση στο Ιράκ το 2003 και, πιο πρόσφατα, από τον Μάρτιο του 2011, ο εμφύλιος πόλεμος στη Συρία. Μετά την τρομοκρατική επίθεση στη Νέα Υόρκη τον Σεπτέμβριο του 2001, η οποία συγκλόνισε τον κόσμο, η αμερικανική κυβέρνηση παρουσιάζοντας ενώπιον του ΟΗΕ αποδεικτικά στοιχεία, τα οποία μετέπειτα αποδείχτηκαν ψευδή, ότι το καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν διέθετε όπλα μαζικής καταστροφής και εν πάση περιπτώσει συνεργαζόταν με τρομοκράτες, ανακοίνωσε τη διεξαγωγή στρατιωτικής επιχείρησης στο Ιράκ για την ανατροπή του καθεστώτος. Η επιχείρηση πραγματοποιήθηκε με τη βοήθεια και άλλων δυτικών χωρών, ενώ στον πόλεμο εναντίον του στρατού του Σαντάμ συμμετείχαν και οι Κούρδοι, οι οποίοι ανταμείφθηκαν για την πολύτιμη συνεισφορά τους με τη δημιουργία μιας αυτόνομης περιοχής στο Ιράκ. Οι φρικαλεότητες που διέπραξε ο συμμαχικός στρατός στα εδάφη του Ιράκ και οι οποίες διατήρησαν την περιοχή σε μια έκρυθμη κατάσταση, σε συνδυασμό με τη διαχρονική οικονομική αφαίμαξη από την «πολιτισμένη» Δύση και τη συνακόλουθη κοινωνική εξαθλίωση, καθώς και τη συστηματική πολιτική διαφθορά οδήγησαν σε μια γενικευμένη σε όλες τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Βόρειας Αφρικής αναταραχή, η οποία εκδηλώθηκε με ένα κύμα διαδηλώσεων και διαμαρτυριών τον Δεκέμβριο του 2010, που έμεινε γνωστό ως «Αραβική Άνοιξη». Τον Μάρτιο του 2011, η Αραβική Άνοιξη έφτασε στη Συρία, όπου η αδιαλλαξία της κυβέρνησης του Μπασάρ αλ Άσαντ και η αυταρχική της στάση απέναντι στους διαδηλωτές δεν άργησαν να προσδώσουν στις συρράξεις που ξέσπασαν διαστάσεις εμφυλίου πολέμου. Σύντομα, η διαμάχη εξαιτίας της καίριας γεωπολιτικής θέσης της Συρίας και των σημαντικών πλουτοπαραγωγικών πηγών της περιοχής απέκτησε διεθνή χαρακτήρα με την ανάμειξη τρίτων κρατών και την έντονη δράση τρομοκρατικών οργανώσεων. Στο μάτι του πολεμικού αυτού κυκλώνα βρέθηκε αναπόφευκτα και η Ροζάβα ή Δυτικό Κουρδιστάν. Η περιοχή αυτή εκτείνεται στα Βόρεια και Βορειοδυτικά της Συρίας, στα σύνορα με την Τουρκία και το Ιράκ και έχει ανακηρυχθεί de facto αυτόνομη, τμήμα της ευρύτερης γεωγραφικής περιοχής του Κουρδιστάν. Οι Κούρδοι της Ροζάβα είναι οργανωμένοι κάτω από ένα σύστημα που ονομάζεται Δημοκρατική Ομοσπονδία, το οποίο βασίζεται στα εργατικά δικαιώματα, την ισότητα, τον φεμινισμό και την οικολογία, μια εκδοχή της δημοκρατίας πολύ πιο δημοκρατική από οποιοδήποτε σύστημα διακυβέρνησης που υφίσταται σε οποιαδήποτε δυτική χώρα. Από τα πρώτα χρόνια του συριακού εμφυλίου ο στρατός της Ροζάβα, οι Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις (SDF), υποχρεώθηκαν υπό το βάρος των συνθηκών να εμπλακούν ενεργά στις πολεμικές συγκρούσεις. Κλήθηκαν να υπερασπισθούν τις πατρογονικές τους εστίες ενόψει της προέλασης των δυνάμεων του Ισλαμικού Κράτους (ISIS) χωρίς την υποστήριξη του καθεστωτικού στρατού του Άσαντ, ο οποίος διατάζοντας τους στρατιώτες του να απομακρυνθούν από την περιοχή εγκατέλειψε εκατομμύρια Κούρδους στη μοίρα τους. Βοήθεια έφτασε αργότερα μόνο από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού με τις δυνάμεις των ΗΠΑ να επιχειρούν σε συνεργασία με τις Συριακές Δημοκρατικές Δυνάμεις από εδάφους και από αέρος στον αγώνα εναντίον των Τζιχαντιστών, οι οποίοι ορέγονταν πλέον με έπαρση μια επέκταση του άτυπου Ισλαμικού Κράτους τους μέχρι τα εδάφη της Γηραιάς Ηπείρου. Για τη συνεισφορά των Κούρδων στον πόλεμο κατά του ISIS, οι Αμερικάνοι επανέφεραν στο προσκήνιο το «Κουρδικό ζήτημα», υποσχόμενοι στους Κούρδους ηγέτες την ίδρυση ενός ανεξάρτητου Κουρδιστάν που θα καταλάμβανε εδάφη της Τουρκίας ως επί το πλείστον, αλλά και του Ιράκ, του Ιράν και της Συρίας, βάζοντας έτσι θηλιά στον λαιμό του Ταγίπ Ερντογάν, ο οποίος βρισκόταν ήδη αντιμέτωπος με σοβαρά εσωτερικά προβλήματα. Ωστόσο, πολύ σύντομα κατέστη φανερό ότι οι Κούρδοι απλώς αποτέλεσαν πιόνια στα ιμπεριαλιστικά παιχνίδια των Ηνωμένων Πολιτειών. Υπό τον φόβο της ίδρυσης ενός ανεξάρτητου κουρδικού κράτους, η Τουρκία επιχείρησε στρατιωτικά τον Ιανουάριο του 2018 (επιχείρηση «Κλάδος Ελαίας») στα σύνορα με τη Συρία με βασικό στόχο την πόλη Αφρίν, προπύργιο του στρατού της Ροζάβα, με τις ΗΠΑ να κρατούν μια μάλλον παθητική στάση και να μην αντιδρούν εντόνως. Την Τετάρτη 9 Οκτωβρίου 2019 η Τουρκία επανήλθε δυναμικά στο παιχνίδι των διεκδικήσεων που εκτυλίσσεται στα βόρεια σύνορα της Συρίας εξαπολύοντας μια νέα οργανωμένη στρατιωτική επιχείρηση (επιχείρηση «Πηγή Ειρήνης») κατά «των Κούρδων ανταρτών που βρίσκονται στη συριακή μεθόριο», όπως ισχυρίζεται η κυβέρνηση του Ταγίπ Ερντογάν. Ο Άσαντ και η Ρωσία αρνούνται τώρα να υποστηρίξουν τους Κούρδους, επειδή συνεργάστηκαν με τις ΗΠΑ. Η κυβέρνηση των Ηνωμένων Πολιτειών από την πλευρά της αρχικά φάνηκε να αποστασιοποιείται και πάλι, κατόπιν, όμως, ισχυρών πιέσεων που δέχτηκε πρωτίστως από την Ευρωπαϊκή Ένωση η Ουάσιγκτον προέβη σε επιβολή κυρώσεων κατά της Τουρκίας, τις οποίες εντούτοις ανέστειλε μετά την επίτευξη συμφωνίας με την Άγκυρα την Πέμπτη 17 Οκτωβρίου για κατάπαυση του πυρός για 120 ώρες, συμφωνία η οποία κατακρίνεται από τους διεθνείς αναλυτές και χαρακτηρίζεται «επικοινωνιακό τρικ» και πρόσχημα για την απόσυρση των επιβληθεισών κυρώσεων. Για άλλη μια φορά στην πολύπαθη ιστορία του, ο κουρδικός λαός, απελπιστικά ολομόναχος, εγκαταλείπεται στην τύχη του…
Οκτώ έτη έχουν περάσει από την έναρξη του συριακού εμφυλίου και οι συγκρούσεις στην επικράτεια της Συρίας μαίνονται μέχρι και τη στιγμή που γράφεται αυτό το άρθρο. Καμία από τις μεγάλες δυνάμεις δε φαίνεται αποφασισμένη να βάλει ένα τέλος σ’ αυτό ανελέητο αιματοκύλισμα μπαίνοντας εγγυήτρια σε ένα εγχείρημα κατάπαυσης του πυρός, προσέγγισης των αντιμαχόμενων πλευρών και επίλυσης των διαφορών μέσω της διπλωματικής οδού· τα συμφέροντα, βλέπετε, είναι τεράστια και δεν τίθεται καν ζήτημα υπεροχής τους σε σχέση με τις ανθρώπινες ζωές. Η ανθρωπιστική κρίση που έχει προκληθεί είναι πρωτοφανής: εκατοντάδες χιλιάδες νεκροί και τραυματίες, ανυπολόγιστες καταστροφές και πόλεις-ερείπια, εκατομμύρια πρόσφυγες που αναζητούν καταφύγιο στις γειτονικές χώρες και κυρίως στην «όαση» που λέγεται Ευρώπη. Ωστόσο, πέρα από ανθρωπιστικά ανακύπτουν και σοβαρά ζητήματα νομικού περιεχομένου, ιδιαίτερα μετά την πρόσφατη στρατιωτική επιχείρηση της Τουρκίας στα σύνορα με τη Συρία. Η επιχείρηση με την κωδική ονομασία «Πηγή Ειρήνης» προσθέτει ένα ακόμα επεισόδιο στην πολυετή Κουρδοτουρκική σύγκρουση που έχει προβληματίσει ιδιαιτέρως την κοινότητα των διεθνολόγων. Αναλυτικότερα, η Τουρκία, αφού προχώρησε στον χαρακτηρισμό των Κούρδων που διαμένουν στην ημι-αυτόνομη περιοχή της Ροζάβα στα βόρεια σύνορα του συριακού κράτους ως «τρομοκρατών», εξαπέλυσε δριμεία επίθεση εναντίον τους στις 9 Οκτωβρίου 2019. Το επιχείρημα της τουρκικής ηγεσίας για την εισβολή αυτή στο συριακό έδαφος, η οποία πρέπει να σημειωθεί ότι είναι η τρίτη σε διάστημα τεσσάρων ετών («Ασπίδα του Ευφράτη» το 2016 και «Κλάδος Ελαίας» το 2018), είναι ότι η στρατιωτική αυτή επέμβαση στοχεύει στην «εκκαθάριση» και διατήρηση μιας «ασφαλούς» περιοχής («safe zone») μήκους 480 χλμ. και βάθους 30 χλμ., όπου οι τουρκικές αρχές σκοπεύουν να εγκαταστήσουν Σύρους πρόσφυγες, οι οποίοι τα προηγούμενα χρόνια είχαν καταφύγει στη γειτονική Τουρκία ζητώντας άσυλο. Με άλλα λόγια, η Τουρκία επιχειρεί να μεταβάλει αυθαίρετα το διεθνές δίκαιο και μέσα από την πρακτική της να προκαλέσει την ανάδυση ενός νέου εθιμικού κανόνα, αυτού των «ζωνών ασφαλείας». Η τουρκική αυτή πρακτική, υποστηρίζουν οι διεθνολόγοι, παραβιάζει κατάφωρα το Άρθρο 2.4 του Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών (ΧΗΕ), στο οποίο καταγράφεται η απαγόρευση χρήσης βίας στις διεθνείς σχέσεις ως θεμελιώδης αρχή του ΟΗΕ, ενώ σε καμία περίπτωση, συνεχίζουν, δεν μπορεί να βρει νομιμοποιητικό έρεισμα στο Άρθρο 51 του ΧΗΕ, το οποίο προβλέπει το δικαίωμα της νόμιμης άμυνας των κρατών, καθώς δεν έχουν πληρωθεί ούτε οι πραγματικές (παρούσα ένοπλη επίθεση), ούτε και οι διαδικαστικές (γνωστοποίηση άσκησης του δικαιώματος άμυνας στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ) προϋποθέσεις που θέτει η οικεία διάταξη. Η ιδέα των «ζωνών ασφαλείας» είναι πολύ πιθανόν να υιοθετηθεί, προειδοποιούν οι διεθνολόγοι, και από άλλες χώρες στη Μέση Ανατολή, την Ασία και την Αφρική και να ακολουθηθούν αντίστοιχες πρακτικές και σε άλλα διαφιλονικούμενα εδάφη, όπως στο Ισραήλ, στην Ινδία και την Αίγυπτο.
«Εμείς οι λαοί των Ηνωμένων Εθνών…» διαβάζουμε στο προοίμιο του Χάρτη των Ηνωμένων, ένα κείμενο με κεφαλαιώδη σημασία για το διεθνές δίκαιο. Η χρήση της λέξης «λαοί» δεν είναι σε καμία περίπτωση τυχαία: φανερώνει την πρόθεση των συντακτών του ΧΗΕ να προσδώσουν ανθρωποκεντρικό χαρακτήρα στο κείμενο του Χάρτη, αλλά και εν γένει στον Οργανισμό Ηνωμένων Εθνών θέτοντάς τον στην υπηρεσία των λαών κι όχι των εκάστοτε κυβερνήσεών τους. Ο συριακός εμφύλιος και ιδιαίτερα το «Κουρδικό ζήτημα» αποτελεί μια τεράστια πρόκληση για τον ΟΗΕ μετά τις διαδοχικές αποτυχίες του να διαδραματίσει ουσιαστικό ρόλο στην κατεύθυνση της παύσης των εχθροπραξιών και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών στη Λιβύη, την Αίγυπτο και την Κριμαία. Ίσως να είναι η κατάλληλη στιγμή να αποσυνδεθεί από τα ισχυρά κρατικά συμφέροντα που καθορίζουν την πολιτική του και κατευθύνουν τις ενέργειες των οργάνων του, η στιγμή να βγει μπροστά και να υπερασπισθεί τα ανθρώπινα δικαιώματα που τόσο βάναυσα θυσιάζονται στον βωμό της κρατικής βούλησης στα πεδία των μαχών στη Συρία. Ήδη από τα πρώτα χρόνια της εμφάνισης του στη Μεσοποταμία, ο κουρδικός λαός απεικονίζεται από τους ιστορικούς ως ένας ανυπότακτος και γενναίος λαός, γεννημένος να μάχεται προς υπεράσπιση της γης του, της ιστορίας και του πολιτισμού του. Οι γλωσσολόγοι, άλλωστε, μας υπενθυμίζουν ότι το ίδιο τους το όνομα προέρχεται από τη νεοπερσική λέξη «Κιούρτ» που σημαίνει ήρωας. Ως ήρωες, λοιπόν, πέφτουν και σήμερα μαχόμενοι για το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον τους, για την επιβίωσή τους, την ελευθερία και την ανεξαρτησία τους. Η μάχη είναι όμως απελπιστικά άνιση, καθώς απέναντί τους βρίσκουν έναν από τους μεγαλύτερους στρατούς του ΝΑΤΟ, ενώ φίλοι και σύμμαχοί τους τούς εγκαταλείπουν ο ένας μετά τον άλλον. Ο ΟΗΕ και η διεθνής κοινότητα δεν μπορούν πλέον να παραμένουν αμέτοχοι παρακολουθώντας σιωπηρά τη σφαγή και την εξάλειψη ενός ολόκληρου λαού. Η άμεση και ουσιαστική τους παρέμβαση κρίνεται επιτακτική ανάγκη. Μα μέχρι τότε, οι γονείς της νεογέννητης κούρδισσας θα χαμογελούν παγερά και αμήχανα αγωνιώντας για το μέλλον της και ανακαλώντας στη μνήμη τους εκείνο το παλιό κουρδικό ρητό που λέει: «φίλοι είναι μόνο τα βουνά»…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου