Υπογράφει ο νεαρός κύριος
Γιάννης Αραμπατζής
Φοιτητής Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Αρθρογράφος
Η αλματώδης ανάπτυξη και πρόοδος σε όλους τους τομείς τις τελευταίες δεκαετίες έχει δώσει δικαιολογημένα στην ανθρωπότητα το δικαίωμα να στρέψει το βλέμμα της προς τον ουρανό και να κάνει όνειρα για την κατάκτηση του διαστήματος. Ωστόσο, στις πιο φτωχές και υπανάπτυκτες γειτονιές της Γης οι άνθρωποι φαίνεται να μη μοιράζονται τα ίδια όνειρα: κυνηγώντας αρχικά την επιβίωση και έπειτα τη πολυπόθητη οικονομική και τεχνολογική ανάπτυξη επικεντρώνονται στη διεκδίκηση των πολύτιμων καρπών ετούτου εδώ του πλανήτη αφήνοντας τις φιλοδοξίες του Δυτικού Κόσμου για ανθρώπινη κυριαρχία στο διάστημα κατά μέρος.
Μια ενδιαφέρουσα ιστορία ανελέητης ανθρώπινης διαμάχης για επικράτηση στην εκμετάλλευση φυσικών πόρων έχουν να μας εξιστορήσουν και τα «ταραγμένα» νερά του Πορθμού του Πολκ, μιας λωρίδας θάλασσας 20 μόλις χιλιομέτρων, που χωρίζει τη ΝΑ Ινδία από τη Σρι Λάνκα (γνωστή και ως Κεϋλάνη έως το 1972) στη Νότια Ασία.
Η απαρχή της μακροχρόνιας φιλονικίας μεταξύ Ινδίας και Σρι Λάνκα σχετικά με την κυριαρχία στη θαλάσσια αυτή περιοχή, που αποτελεί φυσικό σύνορο ανάμεσα στις δύο ασιατικές χώρες, και περαιτέρω την άσκηση αλιευτικών δραστηριοτήτων στα νερά αυτά τοποθετείται στη δεκαετία του 1960. Μόλις μια δεκαετία μετά την ανεξαρτησία των δύο κρατών από τον βρετανικό ζυγό και σε μια εποχή που το πεδίο γύρω από τα κυριαρχικά δικαιώματα στον πορθμό του Πολκ παρέμενε θολό, καθώς τα θαλάσσια σύνορα μεταξύ Ινδίας και Σρι Λάνκα δεν είχαν ακόμα οριοθετηθεί, η ινδική κυβέρνηση σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης της οικονομικής κρίσης που ταλάνιζε τότε την αχανή ασιατική χώρα αποφάσισε τη στροφή της ινδικής οικονομίας προς την εξαγωγή θαλασσινών, πρωτίστως γαρίδων. Προς υλοποίηση της απόφασης αυτής, προχώρησε στη χορήγηση επιδοτήσεων στους ψαράδες της χώρας, προκειμένου αυτοί να εξοπλιστούν με πιο σύγχρονα και εξελιγμένα μέσα για την πραγματοποίηση των αλιευτικών δραστηριοτήτων τους. Υπό τις συνθήκες αυτές και διορατικά διαγιγνώσκοντας την αυξανόμενη σε παγκόσμιο επίπεδο ζήτηση σε θαλασσινά, ο πληθυσμός της εθνικής ομάδας των Ταμίλ που κατοικεί στην επαρχία της ΝΑ Ινδίας Ταμίλ Ναντού στράφηκε στη θάλασσα και έκτοτε οι ντόπιες κοινότητες Ταμίλ ασχολούνται εντατικά με την αλιεία στα νερά του πορθμού Πολκ.
Η οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ Ινδίας και Σρι Λάνκα ακολουθεί μερικά χρόνια αργότερα. Τα δύο κράτη συνάπτουν δύο συνθήκες, μία το 1974 και μία το 1976, με τις οποίες καθορίζουν επακριβώς τη μεταξύ τους συνοριακή γραμμή, η οποία πλέον εκτείνεται από τον κόλπο του Μανάρ έως και τον Πορθμό του Πολκ στον Ινδικό Ωκεανό. Στα πλαίσια μάλιστα των προαναφερθεισών συνθηκών, η Ινδία προχωρά σε μια αμφιλεγόμενη και πολυσυζητημένη έκτοτε κίνηση, την παραχώρηση στη Σρι Λάνκα της νήσου Katchatheevu, ενέργεια, η οποία προκάλεσε την οργή και τη σφοδρή αντίδραση πολιτικών της Ταμίλ Ναντού (επί του ζητήματος θα αναφερθούμε εκτενέστερα παρακάτω).
Ωστόσο, κρίσιμος ιστορικός παράγοντας για τη διαμόρφωση της υφιστάμενης κατάστασης και γενεσιουργός αιτία της έντασης που εντοπίζεται σήμερα στα νερά του Πορθμού του Πολκ υπήρξε ο βίαιος εμφύλιος πόλεμος που ξέσπασε το 1983 στη Σρι Λάνκα ανάμεσα στην τότε κυβέρνηση της χώρας και τη μειονότητα των Ταμίλ της Σρι Λάνκα (μέλη της εθνικής ομάδας των Ταμίλ διαμένουν στις αντίπερα όχθες της ΝΑ Ινδίας και της Βόρειας Σρι Λάνκα). Για την προάσπιση των συμφερόντων των Ταμίλ της Σρι Λάνκα είχε συγκροτηθεί ένοπλη αντιστασιακή ομάδα με αυτονομιστικές τάσεις που έφερε την ονομασία «Τίγρεις για την Απελευθέρωση του Ταμίλ Ιλάμ» (LTTE). Οι συρράξεις σύντομα κλιμακώθηκαν, με αποτέλεσμα τη λήψη σκληρών μέτρων ασφαλείας από την κυβέρνηση που ως στόχο είχαν να πλήξουν τους επαναστάτες και να αποδυναμώσουν το LTTE. Μεταξύ των μέτρων που λήφθηκαν ήταν και η απαγόρευση κάθε αλιευτικής δραστηριότητας από τους κατοίκους του βόρειου τμήματος της χώρας, όπου βρίσκονταν τα προπύργια των επαναστατών. Παρότι τα μέτρα κρίθηκαν αποτελεσματικά, μιας και πέτυχαν να προκαλέσουν ισχυρά πλήγματα στο στρατόπεδο του LTTE, είχαν συγχρόνως ως συνέπεια να κατακρημνιστεί η εθνική οικονομία, η οποία εκτός από το περίφημο τσάι που εξάγει η χώρα (τσάι Κεϋλάνης) ανέκαθεν στηριζόταν σε εξαιρετικά σημαντικό βαθμό στην εξαγωγή θαλασσινών προϊόντων. Την απαγόρευση αυτή και γενικότερα τις συνθήκες αστάθειας που επικρατούσαν στη γειτονική Σρι Λάνκα εκμεταλλεύτηκαν οι Ταμίλ ψαράδες της ινδικής επαρχίας Ταμίλ Ναντού, οι οποίοι βλέποντας ότι το πεδίο ήταν ελεύθερο άρχισαν σταδιακά να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους παρανόμως και εντός των εθνικών υδάτων της Σρι Λάνκα, τα οποία ήταν πλουσιότερα σε ιχθυαποθέματα σε σχέση με τα υπεραλιευμένα ινδικά ύδατα.
Τις επόμενες δεκαετίες η κατάσταση στην περιοχή παραμένει αμετάβλητη: τα ινδικά αλιευτικά σκάφη «οργώνουν» τα απροστάτευτα ύδατα της γειτονικής χώρας, τη στιγμή που ο εμφύλιος σπαραγμός μαίνεται στην επικράτεια της Σρι Λάνκα κοστίζοντας τη ζωή σε δεκάδες χιλιάδες κατοίκους του νησιωτικού κράτους. Ωστόσο, το 2009 τα πράγματα παίρνουν μια απρόσμενη τροπή: η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα ανακοινώνει μέσα σε πανηγυρισμούς και επευφημίες ότι έπειτα από έναν πολυετή και αιματηρό εμφύλιο πόλεμο κατέλαβε και τα τελευταία προπύργια των μαχητών του LTTE. Μερικές ώρες αργότερα, η επίσημη αναγγελία της παράδοσης των αντιστασιακών ομάδων επιβεβαιώνει το αληθές των κρατικών ισχυρισμών. Μια νέα μέρα ξημερώνει στην ταλαιπωρημένη ασιατική χώρα. Πρώτο μέλημα της κυβέρνησης αποτελεί η τόνωση της καταβαραθρωμένης εθνικής οικονομίας και προς την κατεύθυνση αυτή σπεύδει να άρει την απαγόρευση αλιείας που είχε επιβληθεί στα χρόνια των εμφύλιων συρράξεων. Οι οικονομικά εξαρτημένες από την αλιεία και το εμπόριο θαλασσινών κοινότητες ψαράδων στα βόρεια της νησιωτικής χώρας επιστρέφουν με ανακούφιση στις αλιευτικές τους δραστηριότητες στον πορθμό του Πολκ. Έρχονται όμως αντιμέτωποι με μια οδυνηρή για τους ίδιους πραγματικότητα: οι ομοεθνείς τους Ταμίλ ψαράδες από την Ινδία εξοπλισμένοι με μεγάλες σύγχρονες τράτες, οι οποίες δεν αφήνουν κανένα περιθώριο ανταγωνισμού, ψαρεύουν ανενόχλητοι στα εθνικά ύδατα της Σρι Λάνκα εκμεταλλευόμενοι τη μακροχρόνια απουσία ναυτικού και ψαράδων από το γειτονικό τους κράτος.
Έκτοτε, διαρκής αναβρασμός επικρατεί στα νερά του Πορθμού του Πολκ και οι δύο κοινότητες ψαράδων, της Ινδίας και της Σρι Λάνκα, παρότι αμφότερα τα μέλη τους προέρχονται κατά κύριο λόγο από την εθνική ομάδα των Ταμίλ, διαβιώνουν σε εχθρο-πολεμικό κλίμα. Οι συλλήψεις Ινδών ψαράδων που παραβιάζουν τα θαλάσσια σύνορα της Σρι Λάνκα αποτελούν σχεδόν καθημερινό φαινόμενο, μιας και το ναυτικό της νησιωτικής χώρας, καλά εξοπλισμένο και άριστα εκπαιδευμένο, έχει αφοσιωθεί στην υπεράσπιση των εθνικών συμφερόντων, με αποτέλεσμα η δραστηριότητά του να είναι εξαιρετικά έντονη στην περιοχή. Άλλωστε, συνιστά συνήθη πρακτική του ναυτικού της Σρι Λάνκα η πολύμηνη κράτηση ψαράδων και η κατάσχεση των αλιευτικών σκαφών τους, ώστε οι κοινότητες των ντόπιων ψαράδων να επωφεληθούν από τα πιο εξελιγμένα σκάφη που διαθέτουν οι Ινδοί ανταγωνιστές τους. Δυστυχώς, όμως, δε λείπουν και οι ανθρώπινες απώλειες, καθώς, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, μέσα στο πέρασμα του χρόνου έχουν χάσει τη ζωή τους εκατοντάδες Ινδοί ψαράδες μετά από συμπλοκή με το ναυτικό της Σρι Λάνκα.
Φυσικά, η διασάλευση αυτή της ειρηνικής συμβίωσης και της ομαλής οικονομικής δραστηριότητας μεταξύ των όμορων ασιατικών κρατών δεν έχει περάσει απαρατήρητη στις δύο κυβερνήσεις. Σε διπλωματικό επίπεδο έχουν γίνει αρκετές προσπάθειες να βρεθεί μια λύση κοινή συναινέσει, ώστε να αποφευχθεί μια ενδεχόμενη δικαστική διαμάχη. Μολονότι η ινδική πλευρά φαίνεται περισσότερο απρόθυμη να διευθετηθεί το ζήτημα αποδεχόμενη την υφιστάμενη πραγματικότητα, από την οποία -δε χωρεί αμφιβολία- επωφελείται η ινδική οικονομία, η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα ασκεί πίεση με κάθε διαθέσιμο μέσο προς την εύρεση μιας διμερούς λύσης που δε θα πλήττει τα εθνικά συμφέροντα του νησιωτικού κράτους. Αναμφισβήτητα, και η υπέρμετρη συχνά άσκηση βίας από το ναυτικό της χώρας σε βάρος των Ινδών ψαράδων που εισέρχονται παράνομα στα εθνικά ύδατα της Σρι Λάνκα εξυπηρετεί τον σκοπό αυτό.
Με πάγιο αίτημα την απόσυρση των Ινδών ψαράδων από τα χωρικά της ύδατα και την παράλειψη κάθε παράνομης δραστηριότητας τους στο μέλλον, η διαπραγματευτική γραμμή της Σρι Λάνκα στηρίζεται σε δύο βασικούς άξονες-επιχειρήματα: πρώτον, σε αντίκρουση των ισχυρισμών των ψαράδων της Ταμίλ Ναντού ότι έχουν δικαίωμα άσκησης αλιευτικών δραστηριοτήτων στα νερά του Πορθμού του Πολκ ακόμη και εντός των καθορισμένων από τις συνθήκες της δεκαετίας του 1970 χωρικών υδάτων της γειτονικής χώρας (δικαίωμα που κατά τα λεγόμενά τους έχει γεννηθεί εξαιτίας της διαχρονικής εκμετάλλευσης των νερών του Πορθμού από τους ίδιους), η κυβέρνηση της Σρι Λάνκα επικαλείται τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για το Δίκαιο της Θάλασσας (Μοντέγκο Μπέυ, Τζαμάικα 1982). Η σύμβαση αυτή, στην οποία είναι συμβαλλόμενα μέρη αμφότερα τα δύο κράτη της Νότιας Ασίας, δεν αναγνωρίζει στα κράτη κυριαρχικά δικαιώματα σε θαλάσσιες ζώνες με βάση ιστορικά κριτήρια, δηλαδή λαμβάνοντας υπόψη τις ιστορικές τους διεκδικήσεις.
Παράλληλα, η εθνική κυβέρνηση της Σρι Λάνκα εγείρει και ένα ζήτημα υψηλού περιβαλλοντικού ενδιαφέροντος. Αναλυτικότερα, κατά την άσκηση των αλιευτικών τους δραστηριοτήτων, οι Ινδοί ψαράδες διαθέτοντας μεγάλα αλιευτικά σκάφη (mechanized deep-sea trawlers), προβαίνουν στη ρίψη διχτυών, τα οποία βυθίζονται λόγω του βάρους τους, και με την κίνηση του σκάφους «γδέρνουν» πρακτικά τον βυθό της θάλασσας σε αναζήτηση θαλασσινών προϊόντων. Οι αλιευτικές αυτές μέθοδοι, αν και θεωρούνται από τις πιο αποτελεσματικές, προκαλούν ανεπανόρθωτη ζημιά στον θαλάσσιο βυθό, όπου τα περισσότερα είδη ψαριών εκκολάπτουν τα αυγά τους, διαταράσσουν και καταστρέφουν μόνιμα το ντόπιο θαλάσσιο οικοσύστημα και δημιουργούν σοβαρό πρόβλημα υπεραλίευσης και κατασπατάλησης των ιχθυαποθεμάτων του Πορθμού του Πολκ.
Στο σημείο αυτό αξίζει να αναφερθούμε σε ένα κρίσιμο ζήτημα, το οποίο επηρεάζει τη διαμάχη για τον Πορθμό του Πολκ, κυρίως από την πλευρά της Ινδίας, και καθιστά σαφές ότι για τη γιγαντιαία αυτή χώρα της Νότιας Ασίας η παραπάνω υπόθεση είναι ακόμα πιο περίπλοκη απ’ όσο αρχικά φαίνεται. Πιο συγκεκριμένα, μολονότι επιχειρούνται αξιόλογες προσπάθειες σε διπλωματικό επίπεδο, προκειμένου να βρεθεί η «χρυσή τομή» και να επιτευχθεί ένας εξωδικαστικός συμβιβασμός μεταξύ των δύο κρατών, «αγκάθι» στις διμερείς εργασίες προς διευθέτηση του ζητήματος αποτελεί η αδιάλλακτη στάση της εθνικής ομάδας των Ταμίλ, της ισχυρής και πολυπληθούς μειονότητας Ινδουιστών και Μουσουλμάνων που κατοικεί στη ΝΑ επαρχία της Ινδίας Ταμίλ Ναντού, εξαιτίας της ανακήρυξης από την πλευρά της Σρι Λάνκα της νήσου Katchatheevu σε ιερό χώρο το 2009. Το Katchatheevu είναι ένα μικρό, ακατοίκητο, ηφαιστιογενές νησί στον Πορθμό του Πολκ, το οποίο παραδοσιακά χρησιμοποιούταν τόσο από τον διαμένοντα στη Βόρεια Σρι Λάνκα πληθυσμό των Ταμίλ, όσο και από τους διαμένοντες στην επαρχία της Ταμίλ Ναντού ψαράδες και το οποίο, όπως προαναφέραμε, παραχωρήθηκε από την Ινδία στη Σρι Λάνκα το 1974 στο πλαίσιο υπογραφής διμερούς συνθήκης για την οριοθέτηση των θαλάσσιων συνόρων μεταξύ των δύο κρατών. Η ενέργεια αυτή της ινδικής κυβέρνησης προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων στην επαρχία Ταμίλ Ναντού και πολλοί Ταμίλ πολιτικοί στράφηκαν κατά της κεντρικής κυβέρνησης της χώρας, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι μέχρι σήμερα η μειονοτική ομάδα δεν αναγνωρίζει την κυριαρχία της Σρι Λάνκα επάνω στο έδαφος της νήσου. Η ανυποχώρητη αυτή στάση των Ταμίλ επί του συγκεκριμένου θέματος εξηγείται από το γεγονός ότι το Katchatheevu αποτελεί ιστορική διεκδίκηση της μειονότητας, καθώς το νησί περιλαμβάνεται στη ζώνη μέσα στην οποία οι Ταμίλ ασκούσαν παραδοσιακά τις αλιευτικές τους δραστηριότητες και, συνεπώς, πάνω στην οποία, κατά τους ισχυρισμούς τους, έχουν δικαιώματα εκμετάλλευσης.
Όλα τα παραπάνω, σε συνδυασμό και με τις αλλεπάλληλες συναντήσεις των εκπροσώπων των δύο κρατών, που απέτυχαν να καταλήξουν σε μια αμοιβαία οριστική λύση, καθιστούν ευκρινές ότι είναι απολύτως ανεδαφικό το σενάριο της επίλυσης της υπόθεσης αλιείας μεταξύ Ινδίας και Σρι Λάνκα οποιαδήποτε στιγμή στο προσεχές μέλλον. Η κοινότητα των Ταμίλ ψαράδων της Βόρειας Σρι Λάνκα υποφέροντας από το ίδιο τους το αίμα βρίσκονται ένα βήμα πριν το χείλος της οικονομικής εξόντωσης και η μακραίωνη τέχνη τους δείχνει να ξεθωριάζει και να σβήνει υπό το βάρος των συνθηκών, καθώς οι νέες γενιές εγκαταλείπουν τις πατρογονικές τους εστίες για άλλες περιοχές της νησιωτικής χώρας σε αναζήτηση μιας καλύτερης ζωής. Ένας πόλεμος αλλιώτικος από τους υπόλοιπους έχει ξεκινήσει και όλα προμηνύουν ότι η «φουρτούνα» που έχει ξεσπάσει στα νερά του Πορθμού του Πολκ στον Ινδικό Ωκεανό θα κάνει καιρό να ξεθυμάνει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου