*Της νεαράς κυρίας Δήμητρας Κλόντιας Ζόγκα
Έβρεχε όλη την εβδομάδα. Δεκέμβρης βλέπεις ή νιώθεις; Ομιχλώδης μήνας ο Δεκέμβρης. Όλο και πιο κοντά στην νέα χρονιά και όλο πιο μακριά από το χθες. Ίσως. Κάποιες στιγμές έβρεχε μονότονα, άλλες σφοδρά και άλλες σιωπηρά και άλλες λαθραία. Οι σταγόνες της βροχής είναι οι αναμνήσεις της καρδιάς. Παίρνουν στιγμιαίες όψεις, αντικατοπτρίζουν πορτραίτα συναισθημάτων που χάνονται καθώς πέφτουν στο έδαφος. Χάνονται άραγε;
Η βροχή μου θύμισε την πρώτη μας συνάντηση. Έβρεχε και τότε. Ήταν μια νύχτα του Ιούλη. Θυμάσαι, περίμενες στην βροχή κάτω στην Αριστοτέλους. Θυμάμαι. Εκείνο το βράδυ ήταν ένα απλό τυπικό σαββατόβραδο που θα βγαίναμε παρέα. Όπως όλα τα σαββατόβραδα που συνηθίζαμε. Ωστόσο, για έναν παράξενο λόγο είχα ένα προαίσθημα ότι κάτι θα συμβεί, ομιχλώδες και εκείνο, όπως ο καιρός σήμερα.
Δεν ήξερα τότε ότι εκείνο το σαββατόβραδο θα ήταν μια ανάμνηση κάθε βροχερής νύχτας. Τότε δεν με τρόμαζε η βροχή. Μ ’άρεσε να νιώθω την βροχή, να τρέχω στην βροχή και να δίνω κινηματογραφικά φιλιά στην βροχή, να χάνομαι σε σκέψεις μέσα της. Θυμάσαι, σου είχα αναφέρει την αγαπημένη μου φράση όταν φοβόσουν μην βραχούμε: «Πώς μου μιλάς για αγάπη, εάν φοβάσαι την βροχή;» Από τότε έχω μια ομπρέλα πάντα καβάντζα στο σπίτι ή επιλέγω ένα παλτό με κουκούλα. Μόνο πράγματα καβάντζα, ποτέ ανθρώπους, βλέπεις. Για αυτό λες να αγάπησα τις Βρυξέλλες; Έβρεχε συχνά. Η βροχή πάντα μου θύμιζε εκείνη την νύχτα. Εσένα. Εμένα. Το λάθος. Το πάθος.
Λείπεις καιρό. Δεν με ενοχλεί καθόλου. Νιώθω μια λύτρωση, νιώθω μια κάθαρση. Πώς μετά την βροχή, βγαίνει το ουράνιο τόξο; Ακριβώς αυτήν την αίσθηση έχω. Το είχαμε πει τον χειμώνα δεν θα τον περάσουμε μαζί. Όχι με λόγια, το είπαμε ταυτόχρονα στην σιωπή. Είναι καλό αυτό με τις άσκοπες μετακινήσεις κάποιες φορές, γιατί κόβονται και οι άσκοπες συνήθειες. Κάποιες φορές δεν χρειάζεται τα συναισθήματα να έχουν ροή, ούτε οι σκέψεις, ούτε καν οι λέξεις, ακόμα και οι πράξεις. Κάποιες φορές οδηγείς καλύτερα με ομίχλη και βροχή. Κάποιες φορές είναι προτιμότερο να χάνεσαι, από το να βρίσκεσαι στην σωστή τοποθεσία. Είναι αυτή η αδρεναλίνη που σου δημιουργεί το άγνωστο, είναι ο φόβος που σου εντείνει την προσμονή, είναι η έξαψη της περιπέτειας, είναι η απόδραση από την περπατημένη πραγματικότητα. Είναι οι λέξεις που δυσκολεύεσαι να αποτυπώσεις στο χαρτί. Γιατί οι λέξεις που δεν λέγονται προκαλούν περισσότερο θόρυβο από τις λέξεις που εκφράζονται. Ξέρεις τον λόγο; Δεν είναι δειλές. Είναι τόσο δυνατές που δεν αντέχουν να κυριευτούν, δεν αντέχουν να χάσουν την αξιοπρέπεια τους, το συναίσθημα. Είναι σαν την πρώτη φορά που σου αρέσει κάποιος και δεν ξέρεις τι λέξεις να πεις για να τον προσεγγίσεις.
Ο θόρυβός τους δεν ακούγεται, τον καταλαβαίνεις και τον νιώθεις μετά από καιρό γιατί τότε ξυπνάνε αυτές οι λέξεις. Όταν βλέπεις την όψη του άλλου να χάνεται από τον αποθηκευμένο χάρτη σου. Όταν βλέπεις ότι έρχεται η βροχή και δεν ζεις εκείνη την νύχτα. Όταν έρχεται το βράδυ, πίνεις ένα κόκκινο κρασί (πάντα αυτό θα επιλέγω) και δεν θα γεύεσαι τα διψασμένα φιλιά. Όταν έρχεται η νέα χρονιά και δεν θα είναι η πρώτη σου ευχή και η πρώτη σου αγκαλιά. Όταν θα περνάς από εκείνο το στενό εκεί στα λαδάδικα και δεν θα τον συναντάς τυχαία. Όταν θα βλέπεις την θέα από την ταράτσα και δεν θα έχει πανσέληνο. Όταν θα παίρνεις γρήγορα την στροφή με το αυτοκίνητο και δεν θα είναι συνοδηγός σου για να σου λέει: «πήγαινε πιο γρήγορα, γιατί μ΄ αρέσει.» Όταν δεν θα ξέρεις που να ξεσπάσεις, γιατί πήγε άσχημα η μέρα σου και θα σε ρωτάει «τί έχεις;» και εσύ θα γυρνάς το πρόσωπο και θα αντικρίζεις το συρτάρι με τις σκονισμένες φωτογραφίες. Όταν θα σου λέει να ξεκλέψεις τρείς μέρες για να δείτε ένα νέο μέρος και εσύ θα τις έχεις, αλλά δεν θα μπορείς να τις περάσεις μαζί του. Όταν θα θες να πεις εκείνη την καληνύχτα και να δώσεις το φιλί στο μέτωπο, θα μπερδεύεσαι στην όψη που θα αντικρίζεις και θα γυρνάς από την άλλη. Όταν θα πατάς μετακίνηση και θα σκέφτεσαι το δρόμο του σπιτιού του. Όταν θα αλλάζουν οι εποχές, μα θα παραμένει η αγαπημένη σου εποχή. Τότε ακριβώς, τότε κάνουν θόρυβο αυτές οι λέξεις. Αυτές οι λέξεις δεν παίρνουν υπόσταση. Αυτές οι λέξεις δεν χάνονται. Αυτές οι λέξεις δεν λέγονται. Αυτές οι λέξεις δεν αντικαθίστανται, μόνο ξεπερνιούνται εάν και εφόσον..
«Για ένα τίποτα, μη φοβηθείς, πώς φτάσαμε στ’ ανείπωτα.. Γλυκιά μου, μη χαθείς…»
*** Η Δήμητρα είναι Πολιτική Επιστήμονας Α.Π.Θ., Β.Α., M.Sc. και Αρθρογράφος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου