του Γιαννούλη Άκη
Φοιτητή Νομικής Α.Π.Θ.
Υπεύθυνος Οργάνωσης ΔΑΠ - ΝΔΦΚ Νομικής Σχολής Α.Π.Θ.
Μέλος Τομέα Επικοινωνίας και Τύπου ΚΕ.ΑΣ.Μ.
Στις 24 Ιουλίου 2018 η Ελλάδα ήρθε αντιμέτωπη με την πύρινη λαίλαπα που ξέσπασε στην Αττική, αποτέλεσμα της οποίας ήταν ο θάνατος δεκάδων αθώων ανθρώπων, η καταστροφή αρκετών στρεμμάτων δασικής έκτασης αλλά και των περιουσιών σημαντικού αριθμού πολιτών.
Αρχικά, θεωρώ πρέπον να τονίσω πως ο πόνος που ένιωσαν οι πληγέντες και οι συγγενείς τους δεν γίνεται να αποτυπωθεί μέσα σε κάποιες σειρές. Οι λέξεις μοιάζουν φτωχές και αδύναμες να εκφράσουν το μέγεθος της τραγωδίας. Επίσης κρίνω σωστό να αναφέρω ότι δεν υπάρχει χειρότερη προσβολή για τους πληγέντες από το να επιδίδονται ορισμένοι σε μικροπολιτική χρησιμοποιώντας τους νεκρούς της πυρκαγιάς.
Αυτό όμως δε σημαίνει, ότι δεν είναι ανάγκη να γίνει μια κριτική στον τρόπο με τον οποίο έδρασε η κυβέρνηση για την προστασία των πολιτών.
Φυσικά, σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκμηδενίσουμε την προσπάθεια των ανδρών της πυροσβεστικής, της αστυνομίας, του λιμενικού και των ενόπλων δυνάμεων που με κίνδυνο της ζωής τους κατάφεραν να σώσουν το μεγαλύτερο μέρος των ανθρώπων που βρέθηκαν αντιμέτωποι με τις πύρινες γλώσσες.
Κανείς ωστόσο δεν είναι σε θέση να υποστηρίξει ότι δεν έγιναν τραγικά λάθη, τα οποία αν είχαν αποφευχθεί θα μπορούσαν να επιτρέψουν τη διάσωση περισσότερων ανθρώπων.
Επιπλέον, τα πορίσματα από την εξέταση της συγκεκριμένης περίπτωσης καλό θα ήταν να ληφθούν υπόψη από τη διοίκηση, ώστε η χώρα να μη βρεθεί ξανά στη δυσάρεστη θέση να μετρά νεκρούς.
Ξεκινώντας, λοιπόν, ως μια σημαντική παράμετρο θεωρώ το βαθμό ετοιμότητας των σωμάτων ασφαλείας για την αντιμετώπιση τέτοιων περιστατικών. Όταν βέβαια λέω ετοιμότητα, δεν εννοώ την εκπαίδευση των ανθρώπων που στελεχώνουν τα παραπάνω σώματα, αλλά τα μέσα που διέθεταν για την άμεση κατάσβεση των εστιών φωτιάς.
Είναι γεγονός πως τα τελευταία χρόνια ο στόλος πυροσβεστικών οχημάτων και καναντέρ που διαθέτει η πυροσβεστική είναι απαρχαιωμένος και συρρικνωμένος σε σχέση με την πρώτη δεκαετία του 20ου αιώνα. Κι αν ακόμη δεχθούμε τους ισχυρισμούς του υπουργού ότι η πυροσβεστική ήταν καλύτερα προετοιμασμένη από ότι το 2017 , σε κάθε περίπτωση από ότι φάνηκε εκ του αποτελέσματος τα μέσα που διέθετε δεν ήταν αρκετά για να αποτρέψουν την καταστροφή.
Είναι επομένως αδήριτη ανάγκη η αγορά καινούριων πυροσβεστικών οχημάτων και αεροπλανοφόρων που θα επιτρέπουν την άμεση και γρήγορη κατάσβεση οποιασδήποτε φωτιάς, ανεξαρτήτως μεγέθους.
Στη συνέχεια, θεωρείται απαραίτητο να εξετασθεί κατά πόσο αληθεύουν οι ισχυρισμοί της κυβέρνησης πως στην περιοχή υπήρχαν ακίνητα που είχαν χτιστεί αυθαίρετα και έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην απόπειρα διάσωσης των αθώων πολιτών δυσκολεύοντας τη.
Όμως, οι ισχυρισμοί αυτοί κατέρρευσαν ως τραπουλόχαρτα, καθώς σύμφωνα με το νομοσχέδιο που ψήφισε η κυβέρνηση το 2017 , προέβλεπε τη νομιμοποίηση όλων των κτισμάτων που είχαν τυχόν χαρακτηρισθεί ως αυθαίρετα στην περιοχή . Δε δύναται, λοιπόν η κυβέρνηση να κατηγορεί τους πολίτες για τα σπίτια που αυτή η ίδια νομιμοποίησε επί υπουργίας κ.Σταθάκη.
Είναι πραγματικά απαράδεκτο, να ακούγονται από την κυβέρνηση τέτοιες ξεδιάντροπες δικαιολογίες , που προσβάλλουν τους πληγέντες.
Η διοίκηση οφείλει όταν διαμορφώνει το πολεοδομικό σχέδιο, να φροντίζει ώστε να μην κινδυνεύσουν οι πολίτες.
Επιπροσθέτως, ιδιαίτερη αναφορά θεωρείται πρέπον να γίνει για τη μη λειτουργία του αριθμού 112. Το νομοσχέδιο για τον αριθμό 112 είχε υπερψηφισθεί από την κυβέρνηση Σαμαρά. Σύμφωνα με το νομοσχέδιο σε περίπτωση κινδύνου, θα ερχόταν μήνυμα στα κινητά όλων των πολιτών της περιοχής με οδηγίες για την ασφαλή και συντεταγμένη εκκένωσή της.
Δυστυχώς, όμως η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ κατήργησε τη συγκεκριμένη ρύθμιση θεωρώντας το κόστος που ήταν απαραίτητο για την υλοποίησή της , υπερβολικά υψηλό.
Ο καθένας είναι σε θέση να καταλάβει πως εάν υπήρχε η δυνατότητα χρήσης του συγκεκριμένου αριθμού, θα ήταν δυνατή η έγκαιρη ενημέρωση όσων διατρέχουν κίνδυνο, ώστε αυτοί να μπορέσουν να εγκαταλείψουν την περιοχή.
Τέλος κρίνεται σωστό να επισημανθεί πως η δράση πυροσβεστικής, αστυνομίας, λιμενικού και ενόπλων δυνάμεων έπρεπε να συντονιστεί καλύτερα. Οι διοικητές των επιτελείων όφειλαν αμέσως να ενημερώσουν τον πρωθυπουργό (κάτι που στη συγκεκριμένη περίπτωση δεν έγινε, αφού ο κ. Τσίπρας ενημερώθηκε αργά το βράδυ) και να ζητηθεί νωρίτερα η επέμβαση των ενόπλων δυνάμεων, εφόσον η πυρκαγιά δεν μπορούσε να ελεγχθεί.
Ακόμη, αστυνομία και λιμενικό ήταν σωστό να εξασφαλίσουν το πως δε θα μπλοκάρει η κυκλοφορία της λεωφόρου Μαραθώνος και τον τρόπο με τον οποίο θα ήταν δυνατόν να αποφευχθεί ο συνωστισμός στο λιμάνι της Ραφήνας.
Συνοψίζοντας, είναι αποδεκτό πως υπήρχαν πολιτικές ευθύνες από πλευρά της κυβέρνησης, τις οποίες καλώς έκανε κι ανέλαβε ο πρωθυπουργός. Ευθύνη όμως δίχως συνέπειες δεν είναι δυνατό να γίνει νοητή. Εφόσον έγιναν λάθη, πρέπει να γίνουν αλλαγές ώστε αυτά να μην επαναληφθούν. Η παραίτηση των υπευθύνων, δε είναι επιβεβλημένη για να τιμωρηθούν, αλλά πρωτίστως για να εξασφαλιστεί ότι η χώρα δε θα θρηνήσει ξανά αθώους.
Εν κατακλείδι, έχω χρέος να επισημάνω και την πράγματι αξιοθαύμαστη αλληλεγγύη που έδειξαν όλοι οι Έλληνες προς τους πληγέντες. Μακάρι η Ελλάδα να μη θρηνήσει ξανά νεκρούς και να μην έρθει αντιμέτωπη με τέτοιου μεγέθους καταστροφές. Αλλά για να γίνει αυτό είναι αδήριτη ανάγκη να ληφθούν τα αναγκαία μέτρα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου