''Μη, μην το πεις
οι παλιοί μας φίλοι
μην το πεις
για πάντα φύγαν.
Μη, το ‘μαθα πια
τα παλιά βιβλία, τα παλιά τραγούδια
για πάντα φύγαν.
Πέρασαν οι μέρες που μας πλήγωσαν.
Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών.
Η ζωή αλλάζει δίχως να κοιτάζει
τη δική σου μελαγχολία
κι έρχεται η στιγμή για ν’ αποφασίσεις
με ποιους θα πας και ποιους θ’ αφήσεις.
Πέρασαν για πάντα
οι παλιές ιδέες, οι παλιές αγάπες
οι κραυγές.
Γίνανε παιχνίδι στα χέρια των παιδιών.
Όμορφη είναι αυτή η στιγμή, να το ξαναπώ
όμορφη να σας μιλήσω
βλέπω πυρκαγιές
πάνω από λιμάνια πάνω από σταθμούς
κι είμαι μαζί σας.
Όταν ο κόσμος μας θα καίγεται
όταν τα γεφύρια πίσω μας θα κόβονται
εγώ θα είμαι εκεί να σας θυμίζω
τις μέρες τις παλιές.''
Υπερ-πετυχημενη η επίσκεψη του κύριου Ελληνα ΠΘ και Προέδρου της ΝΔ, Κυριάκου Κ. Μητσοτάκη στις ΗΠΑ! Οι πυρκαγιές όμως -κάθε είδους- ξεκίνησαν... Μας έκαναν σοφότερους ως κοινωνία και ψηφοφόρους τα 3 μεγάλα συνέδρια των 3 μεγάλων κομμάτων... ελάχιστα, έως καθόλου! Σορρυ, νοτ σορρυ!
Συνεχίζω να βλέπω πρόωρες εθνικές εκλογές Μάρτιο του 23 (με νίκη ΝΔ) και ευρύ γαλάζιο ''λαικοδεξιό'' κυβερνητικό ανασχηματισμό μέσα Σεπτ. του 22! Ενας φίλος του κυβερνώντος κόμματος θα έλεγε «αυτοδυναμία με αξιοπιστία». Δηλαδή, με τον υπάρχοντα εκλογικό νόμο η Νέα Δημοκρατία να κατακτήσει την αυτοδυναμία.
Είναι απολύτως φυσιολογικό οι φίλοι των κομμάτων να επιθυμούν το βέλτιστο εκλογικό αποτέλεσμα για το κόμμα τους. Ομως οι ηγεσίες, που έχουν πληρέστερες προσλαμβάνουσες παραστάσεις, προετοιμάζονται και για σενάρια όχι τόσο αισιόδοξα...
Πριν από λίγες ημέρες ο πρωθυπουργός δήλωσε πως οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν με το εκλογικό σύστημα που ψήφισε η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας, τερματίζοντας τη φημολογία για αλλαγή του. Με τη θέση του αυτή ο Κυριάκος Μητσοτάκης κρίνει πως η θεσμική αξιοπιστία υπερτερεί της αυτοδυναμίας του κόμματός του. Δηλαδή, στο δίλημμα «αξιοπιστία ή αυτοδυναμία» απαντά: αξιοπιστία. Συνταγματικά μπορεί να αλλάξει τον ισχύοντα εκλογικό νόμο με οποιονδήποτε της προτιμήσεώς του, που θα ισχύσει και αυτός στις μεθεπόμενες εκλογές. Ομως ένα λάθος δεν διορθώνεται με ένα άλλο λάθος. Γιατί ήταν λάθος –και μάλιστα ανεξήγητο– το κλιμακωτό μπόνους. Για ποιο λόγο δεν επανέφερε το μπόνους των 50 εδρών για το πρώτο κόμμα; Απέβλεπε στη συναίνεση της αντιπολίτευσης; Μα, ούτως ή άλλως τις 200 ψήφους για άμεση ισχύ του εκλογικού νόμου η κυβέρνηση δεν τις είχε. Τώρα μπορεί να μπει η χώρα στην περιπέτεια της ακυβερνησίας. Από την άλλη πλευρά, η επανόρθωση του προηγούμενου λάθους θα προκαλούσε συνέπειες που δεν θα ήταν μόνο θεσμικές, αλλά κυρίως πολιτικές. Θα ήταν δείγμα ηττοπάθειας και αμοραλισμού. Αιφνίδια αλλαγή κανόνων του παιχνιδιού γιατί αυτό συμφέρει το κυβερνών κόμμα. Ενα κόμμα που με τη συμπεριφορά του δείχνει ότι το εκλογικό αποτέλεσμα δεν θα είναι το επιθυμητό, χάνει τον αέρα της νίκης. Χάνει την αυτοπεποίθησή του και αυτό το εισπράττουν οι πολίτες. Το δε κοινό του Κυριάκου Μητσοτάκη δεν συγχωρεί τέτοιου μεγέθους θεσμικά ατοπήματα. Επιπροσθέτως η Νέα Δημοκρατία θα δημιουργούσε ένα μέτωπο της αντιπολίτευσης εναντίον της, που θα αντικαθιστούσε το αντι-ΣΥΡΙΖΑ μέτωπο. Διατηρώντας η κυβέρνηση τον ισχύοντα εκλογικό νόμο, πέραν της αξιοπιστίας, εκπέμπει και μια σιγουριά για την επόμενη ημέρα. Αλλωστε, οι πρόσφατες δημοσκοπήσεις δεν αποκλείουν την αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές...
Με την απλή αναλογική δεν μπορεί να υπάρξει αυτοδύναμη κυβέρνηση, παρά με ποσοστό κοντά στο 46%. Επίσης, το δεύτερο με το τρίτο κόμμα δεν μπορούν να σχηματίσουν κυβέρνηση. Δε βγαίνουν οι αριθμοί. Συνεπώς, δεν μπορεί να σχηματισθεί κυβέρνηση χωρίς το πρώτο κόμμα. Αν υπάρξουν δεύτερες εκλογές με την ενισχυμένη αναλογική, με 38% το πρώτο κόμμα πετυχαίνει μια οριακή αυτοδυναμία λόγω του κλιμακωτού bonus. Αν υπάρξουν δύο εκλογικές αναμετρήσεις, το προεκλογικό χρονικό διάστημα - μαζί με τις διερευνητικές - θα ξεπεράσει τους δύο μήνες. Ο πρωθυπουργός άνοιξε τη συζήτηση για το ενδεχόμενο κυβέρνησης συνεργασίας. Σε παλιότερες δηλώσεις του είχε πει πως η Νέα Δημοκρατία, μετά τις εκλογές με απλή αναλογική, ευθύς ως λάβει τη διερευνητική εντολή, θα την καταθέσει αμέσως για να μη χάνεται χρόνος. Δηλαδή στοχεύει στην εκ νέου προσφυγή στις κάλπες, ώστε να πετύχει την αυτοδυναμία. Αν έχει εν τω μεταξύ αλλάξει τη στρατηγική του, αυτό δε θα το μάθουμε παρά μόνο μετά τις πρώτες εκλογές. Ουδείς σοβαρός πολιτικός αποκαλύπτει τις προθέσεις του για τέτοιας φύσεως ζητήματα πριν την ώρα τους. Αλίμονο αν έλεγε πως δεν με ενδιαφέρει η αυτοδυναμία, γιατί θα επιδιώξω να σχηματίσω κυβέρνηση συνασπισμού από τις πρώτες εκλογές. Θα προκαλούσε αποσυσπείρωση. Το ίδιο αφελείς ή κακοπροαίρετοι είναι όσοι κατηγορούν τον Ν. Ανδρουλάκη γιατί δεν ξεκαθαρίζει από τώρα τη στρατηγική του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ σχετικά με τις μετεκλογικές συμμαχίες.
Τούτων δοθέντων, ένα καλό - κατά τη γνώμη μου - ερώτημα είναι τι συμφέρει στον τόπο: μια αυτοδύναμη κυβέρνηση με 151 βουλευτές στις δεύτερες εκλογές ή μια κυβέρνηση συνασπισμού με 170 περίπου βουλευτές από τις πρώτες εκλογές; Το ερώτημα δεν έχει εύκολη απάντηση και πιο πολύ το θέτω προς προβληματισμό. Είναι αυτονόητο πως και οι δύο περιπτώσεις έχουν τα θετικά και τα αρνητικά τους. Το κυριότερο αρνητικό της αυτοδύναμης κυβέρνησης είναι η οριακή κοινοβουλευτική πλειοψηφία και το γεγονός πως θα επιτευχθεί - αν επιτευχθεί - μετά από δύο εκλογικές αναμετρήσεις. Το αρνητικό των κυβερνήσεων συνασπισμού στην Ελλάδα βρίσκεται στην εγγενή αδυναμία τους να είναι αποτελεσματικές, καθώς οι αποφάσεις για μεγάλα ζητήματα θα είναι αποτέλεσμα συμβιβασμών. Αν το συγκεκριμενοποιήσω, καθοριστικός παράγοντας αν θα πάμε σε δεύτερη εκλογική αναμέτρηση θα είναι το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας στις εκλογές με την απλή αναλογική. Αν κινείται σε ένα επίπεδο που θα αφήνει ελπίδες για αυτοδυναμία, ενδεχομένως ο Κυριάκος Μητσοτάκης να προκαλέσει νέες εκλογές γιατί: πρώτον, λόγω του εκλογικού συστήματος η Νέα Δημοκρατία - και αυτοδυναμία να μην πετύχει - θα έχει αυξημένη κοινοβουλευτική παρουσία, και δεύτερον, ο πιθανότερος κυβερνητικός εταίρος της, το ΚΙΝΑΛ, θα δει τους βουλευτές του να μειώνονται αισθητά. Συνεπώς, η Νέα Δημοκρατία θα προσέλθει στις διαβουλεύσεις για τον σχηματισμό κυβέρνησης από καλύτερη θέση, από αυτήν που θα είχε στις εκλογές με απλή αναλογική. Για τα υπόλοιπα έχουμε καιρό μπροστά μας να τα αναλύουμε, εκτός απροόπτου...
Ένα από τα αποτελέσματα των πρόσφατων γαλλικών εκλογών είναι η εξαέρωση των παραδοσιακών κομμάτων της Γαλλικής Δημοκρατίας. Γκωλικοί, κομμουνιστές και σοσιαλιστές είδαν τις παρατάξεις τους να συρρικνώνονται μέχρις οριακού σημείου. Γιατί συνέβη αυτό; Γιατί ένας υποψήφιος χωρίς τη στήριξη ενός κομματικού μηχανισμού μπόρεσε να συνέτριψε την παραδοσιακή γκωλική Δεξιά; Γιατί ο Μακρόν τελικά απορρόφησε όλο τον φιλελεύθερο—συντηρητικό χώρο; Μια απάντηση είναι πως τα παραδοσιακά κόμματα δεν ανανεώθηκαν σε ιδέες. Παρέμειναν προσκολλημένα σε ιδεολογικές αρχές που δεν συγκινούν πια. Η φυσιολογική ανανέωση σε πρόσωπα δεν φάνηκε αρκετή, για να συνδέσει αυτά τα κόμματα με τις ανάγκες της σύγχρονης Γαλλίας. Δηλαδή, με τα υπάρχοντα πολιτικά εργαλεία αδυνατούν να αναλύσουν τις τάσεις της γαλλικής κοινωνίας και να δώσουν πειστικές απαντήσεις. Κάτι που έκανε από την πλευρά του ο Μακρόν και από τις δικές τους οπτικές οι Λεπέν και Μελανσόν. Δηλαδή η δεύτερη ανάγνωση του αποτελέσματος των γαλλικών εκλογών μας οδηγεί στο συμπέρασμα πως οι δεσμοί των παραδοσιακών κομμάτων με τους ψηφοφόρους έχουν ημερομηνία λήξεως, αν δεν ανανεωθούν και δεν ανασυγκροτηθούν πάνω σε νέες βάσεις. Και αυτό είναι απολύτως λογικό και ας αποτελέσει ένα δίδαγμα και για τα ελληνικά πολιτικά κόμματα και κυρίως για τη Νέα Δημοκρατία που είναι το ιστορικότερο και μεγαλύτερο κόμμα της Σύγχρονης Ελληνικής Ιστορίας. Αν παραμείνει προσκολλημένο στις αρχές του «ριζοσπαστικού φιλελευθερισμού» και του Συνεδρίου της Χαλκιδικής πολύ σύντομα θα καταστεί ένα ιστορικό απολίθωμα.
Νέες γενιές εισέρχονται στην οικονομική και κοινωνική ζωή της πατρίδας μας που ουδεμία σχέση έχουν με τις προσλαμβάνουσες παραστάσεις, τα ακούσματα και τα βιώματα της γενιάς που έκτισε την Ελλάδα της Μεταπολίτευσης. Σε 15-20 χρόνια αυτή η γενιά θα βρίσκεται είτε στα θυμαράκια είτε σε πλήρη κοινωνική αδράνεια, ανήμπορη να παρεμβαίνει. Συνεπώς, ένα σύγχρονο ευρωπαϊκό κόμμα οφείλει να παρακολουθεί τις αλλαγές που συντελούνται πρωτίστως στο ηλικιακό επίπεδο των κοινωνιών και έτσι να προλαμβάνει τις πολιτικές εξελίξεις. Οι απαιτήσεις της ελληνικής κοινωνίας του 2035 προφανώς δεν μπορεί να τις αφουγκραστεί μια παράταξη που μένει πιστή στις αρχές του καραμανλισμού και του παπανδρεϊσμού. Αν ένα κόμμα θέλει να πρωταγωνιστεί θα πρέπει διαρκώς να ανανεώνεται όχι μόνο στα πρόσωπα, καθώς υπάρχουν και οι «νέοι-γέροι», αλλά πρωτίστως στο πώς προσεγγίζει τα νέα παιδιά και στο πώς προσλαμβάνει τα αιτήματά τους. Ποιος θα μπορούσε να φανταστεί το 2002 πώς θα ήταν ο κόσμος και η Ελλάδα το 2022! Σήμερα, μετά την ημερομηνία ορόσημο της 24ης Φεβρουαρίου 2022 έχει αρχίσει να διαμορφώνεται μια νέα κατάσταση στον πλανήτη μας. Νομίζω πως αυτή η ημερομηνία έχει ανάλογη ιστορική βαρύτητα με την 9η Νοεμβρίου 1989, ημέρα της Πτώσης του Τείχους του Αίσχους. Ένα κόμμα, αν θέλει να βρίσκεται στο επίκεντρο των εξελίξεων και όχι στο περιθώριό τους, θα πρέπει να «διαβάζει» με διορατικότητα αυτό που έρχεται και να προσαρμόζεται ταχύτατα στα νέα δεδομένα. Τα γαλλικά παραδοσιακά κόμματα στάθηκαν ανίκανα να το πράξουν και έτσι οι ψηφοφόροι τους απορροφήθηκαν από εκείνες τις πολιτικές δυνάμεις που εξέφρασαν τους προβληματισμούς που προέκυψαν και τα ρεύματα που αναδείχθηκαν μέσα στη σύγχρονη γαλλική κοινωνία. Τα 3 μεγάλα ελληνικά κόμματα με τα συνέδριά τους αποδείξan πως έχουν στραμμένο το βλέμμα τους στη δεκαετία 2030... και όχι σε αυτή του 1980;;; Δεν είμαι σίγουρος... Θα δείξει...
Η υποβαθμισμένη, σε σχέση με τις συνήθεις «θεσμικές», εκπροσώπηση του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ στο θυελλώδες συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια καλά μελετημένη κίνηση του Νίκου Ανδρουλάκη. Δεχόμενος αμφίπλευρη πίεση και από την κυβέρνηση αλλά και από την αξιωματική αντιπολίτευση να ανοίξει πρόωρα τα χαρτιά του ως προς «με ποιον θα πάει και ποιον θα αφήσει» στο μετεκλογικό σκηνικό (και της πρώτης αλλά, κυρίως, και της δεύτερης κάλπης), ο πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ επιχειρεί να πείσει ότι ακολουθεί μια πολιτική ίσων αποστάσεων. Απολύτως λογικό και πολιτικά επιβεβλημένο... Οι πιέσεις για μελλοντική σύμπλευση είναι εντονότερες από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, με την (υποτίθεται «ελκυστική», αλλά εντελώς γενικόλογη και άνευ συγκεκριμένης πρότασης και πολιτικού περιεχομένου) έκκληση για «προοδευτική διακυβέρνηση», δηλαδή μια ιδεολογική… υποθήκη, που ο κ. Τσίπρας ελπίζει να του επιτρέψει, αν ανατραπούν όλες οι προβλέψεις, να ξαναγίνει κυβερνητικός παράγοντας. Και να επικρατήσει προσωπικά… Οι νύξεις και τα ανοίγματα της κυβέρνησης είναι περισσότερο πραγματιστικά, ιδίως μετά τη στροφή Μητσοτάκη ότι «η αυτοδυναμία δεν είναι αυτοσκοπός…», αλλά η δυνατότητα σχηματισμού βιώσιμης κυβέρνησης είναι κάτι που έχει ανάγκη ο τόπος -ιδιαίτερα μέσα σ’ αυτόν τον ορυμαγδό των απρόβλεπτων αλλά πάντως αρνητικών διεθνών συγκυριών.
Από την πλευρά τους, λογικό είναι να πιέζουν το ΠΑΣΟΚ να πάρει θέση. Λογικό, αλλά αδιέξοδο και προσχηματικό, που δικαιολογείται μόνο μικροπολιτικά και για λόγους πολιτικής «ηγεμονίας». Γιατί, θα ήταν αυτοκτονικό, από κάθε άποψη, ένα κόμμα που με τη νέα του ηγεσία σημειώνει δημοσκοπική άνοδο, να… παραδεχθεί ότι μόνον ως «συμπληρωματική δύναμη» μπορεί να διαδραματίσει κάποιον ρόλο, ενώ ο πολιτικός ορίζοντας είναι βαρύς και αδιευκρίνιστος, λόγω αντικειμενικών συνθηκών, και οι «εκπλήξεις», όσο δύσκολες κι αν φαντάζουν, σε καμιά περίπτωση δεν μπορούν να αποκλεισθούν. Θα ήταν σαν να συνομολογούσε ο κ. Ανδρουλάκης μια εκ των προτέρων ηττοπάθεια, αδιανόητη… Ο κ. Ανδρουλάκης διεκδικεί ρυθμιστικό ρόλο για το κόμμα του και στις πρώτες αλλά και στις δεύτερες (που κατά πάσα βεβαιότητα θα ακολουθήσουν) εκλογές, οποτεδήποτε κι αν προκηρυχθούν. Δεν θα μπορούσε να έχει άλλη στρατηγική το οποιοδήποτε κόμμα, πόσω μάλλον ένα ιστορικό κόμμα που βρίσκεται σε τροχιά επανάκαμψης…
Το επίμαχο ζήτημα είναι ποια τακτική θα πρέπει να σχεδιάσει και να ακολουθήσει με συνέπεια και προσοχή ο νέος πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ. 'Η θα χαράξει μια πορεία της «χρήσιμης ψήφου» (που, επαναλαμβάνουμε, έχει μια προεκλογική γεύση ηττοπάθειας), ή θα επιχειρήσει να εκπονήσει μια πειστική «προγραμματική πρόταση διακυβέρνησης», στην οποία θα εμμείνει σε κάθε τομέα και θα εμπλουτίζει ανάλογα με τις εξελίξεις για να προσελκύσει ψήφους και να επαναπατρίσει οπαδούς που έχασε τα τελευταία μαύρα χρόνια του στείρου λαϊκισμού από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ, και θελκτικής πρότασης από πλευράς Νέας Δημοκρατίας. Θα ήταν αδιανόητο και αδιέξοδο, αυτήν τη στιγμή, το ΠΑΣΟΚ να σχεδιάζει μια πολιτική που θα αποβλέπει στη «χρήσιμη ψήφο», που εκ των πραγμάτων αποπνέει ηττοπάθεια. Το ΠΑΣΟΚ του Νίκου Ανδρουλάκη έχει επιδείξει μια γενικά ρεαλιστική, θα λέγαμε θετική σε γενικές γραμμές, αντιπολιτευτική γραμμή, παρά τις κατά καιρούς αντικυβερνητικές «κορώνες», είτε εξ αφορμής χειρισμών και ολιγωριών της κυβέρνησης, είτε για λόγους «κομματικής συσπείρωσης». Κράτησε στάση υπεύθυνη, σε ευθεία αντίθεση με τον ΣΥΡΙΖΑ, και στο ζήτημα των εξοπλισμών και των αμυντικών συμφωνιών με ΗΠΑ και Γαλλία.Οι προτάσεις του για το ενεργειακό προσφέρουν βάση συζήτησης, όταν ο κ. Τσίπρας ξεσπαθώνει βαρετά και αδιέξοδα για την (σωστή, στον χρόνο που ελήφθη) απόφαση της κυβέρνησης για απολιγνιτοποίηση και εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης ανανεώσιμων πηγών ενέργειας.
Στο μείζον πρόβλημα του πολέμου στην Ουκρανία τάχθηκε με τη «σωστή πλευρά», χωρίς τα «ναι μεν, αλλά» τού ΣΥΡΙΖΑ, που πασχίζει να κρύψει τον φιλοπουτινισμό του με αόριστες και ανεφάρμοστες, υπό τις παρούσες εκρηκτικές συνθήκες, «εναλλακτικές», που αποβλέπουν εμμονικά στην «καταδίκη» της κυβερνητικής στάσης, ίδιας με τη συντριπτική πλειοψηφία του δυτικού κόσμου, και στη γενική αρχή ότι… «για όλα φταίει ο Μητσοτάκης!». Έχει συγκροτημένες προτάσεις, χωρίς ιδεοληπτικούς λαϊκισμούς, για τον ρόλο που πρέπει να διαδραματίσει η Ενωμένη Ευρώπη, οι οποίες είναι ενδιαφέρουσες και πάντως προσφέρονται για προβληματισμό και επιδίωξη κοινής στάσης… Καλά θα κάνει ο κ. Ανδρουλάκης να δώσει πρόσθετο βάρος σε αυτές τις θέσεις του, και μάλιστα να τις εξειδικεύσει σε κάποιας μορφής και τεκμηρίωσης «κυβερνητικό πρόγραμμα» στην κρίση της κοινωνίας αλλά και των άλλων υπεύθυνων πολιτικών δυνάμεων. Και, κυρίως, θα πρέπει να αποφεύγει τις τοποθετήσεις και τις… διακηρύξεις που όχι μόνο δεν ωφελούν τον ίδιο και το κόμμα του, αλλά τον εμφανίζουν εμμονικό και άγονο, δυσαρεστούν το τμήμα εκείνο των ψηφοφόρων στο οποίο υποτίθεται απευθύνεται. Δεν έχει λόγο να «τσιμπάει» σε προκλήσεις και να δηλώνει πρόωρα και… παθιασμένα «το ΠΑΣΟΚ δεν θα προσφέρει την πρωθυπουργία ούτε στον Μητσοτάκη ούτε στον Τσίπρα», να θέτει «όρους» ότι ενδεχομένως θα συνεργασθεί μετεκλογικά σε μια κυβέρνηση «με άλλον, εκτός αυτών των δύο», πρωθυπουργό. Δεν είναι η κατάλληλη στιγμή για τέτοιες «δεσμεύσεις», όταν όλα είναι τόσο πρόωρα και αβέβαια και, κυρίως, ο λαός δεν έχει μιλήσει… Δεν θα ήταν περισσότερο πειστικός, δεν θα πρόβαλλε ως περισσότερο υπεύθυνος αν περιόριζε τις μη αναγκαίες (παρά το ότι τον προκαλούν…) «δεσμεύσεις», με ένα απλό και καθαρό «ας δούμε πρώτα τα αποτελέσματα της πρώτης και της δεύτερης κάλπης, ας καταγραφούν δυνάμεις, ας δείξει ο λαός ποια είναι η βούλησή του, και τα ξαναλέμε τότε»; Να' χάμε να λέγάμε... και να' χαμε να πούμε...
Το μόνο που λείπει ακόμα είναι η δήλωση του Γεωργίου Παπανδρέου (του παππού του ΓΑΠ), στις αρχές του 1964, όταν η Τουρκία ετοιμαζόταν να εισβάλει στην Κύπρο…
Είπε τότε ο “γέρος της Δημοκρατίας”: Ένας Πόλεμος Ελλάδας-Τουρκίας θα ήταν τρέλα! Αλλά αν η Τουρκία ανοίξει την πόρτα του φρενοκομείου, η Ελλάδα με χαρά θα διαβεί το κατώφλι!
Αυτό σημαίνει ΑΠΟΤΡΟΠΗ, για όσους δεν το έχουν καταλάβει ακόμα… Και για να λειτουργήσει, πρέπει να είναι αξιόπιστη. Και για να είναι αξιόπιστη, πρέπει να την πιστεύει αυτός που την λέει… Και τότε λειτούργησε… Αυτά είπε τότε η πιο εμβληματική προσωπικότητα του “Κέντρου” στην Ελλάδα!
Το αποτέλεσμα ήταν η Ουάσιγκτον να στείλει αυστηρή προειδοποίηση στην Άγκυρα, τότε, να ΜΗΝ το τολμήσουν! Ήταν η περιβόητη επιστολή του Προέδρου των ΗΠΑ Τζόνσον προς τον Πρωθυπουργό της Τουρκίας Ινονού. Και πράγματι η Τουρκία έκανε πίσω ΤΟΤΕ! Και κάθισε στ’ αυγά της. Ενώ η Ελλάδα έστελνε μεραρχία στην Κύπρο.
Η εισβολή της Τουρκίας έγινε 10 χρόνια αργότερα, το 1974, αφότου η Ελλάδα είχε αποσύρει τη μεραρχία από την Κύπρο (το 1967) κι αφότου το δικτατορικό καθεστώς της Αθήνας προσπάθησε να ανατρέψει τον Πρόεδρο Μακάριο. Χρήσιμο και κρίσιμο ιστορικό συμπέρασμα: τα νησιά ποτέ δεν τα αφοπλίζεις απέναντι σε αναθεωρητή γείτονα!
Φανταστείτε: Στην Κύπρο ήταν ο Κεντρώος Γεώργιος Παπανδρέου, που έτριξε τα δόντια στην Τουρκία κι έστειλε τη μεραρχία στην Κύπρο. Κι ήταν ο δικτάτορας Παπαδόπουλος, που απέσυρε τη μεραρχία, προσπάθησε να τα βρει με την Τουρκία, δεν τα κατάφερε, κι ύστερα ο δικτάτορας Ιωαννίδης προσπάθησε να ανατρέψει τον Μακάριο αφήνοντας την Κύπρο εντελώς ανυπεράσπιστη.nΚαι οι δύο δικτάτορες πέθαναν στην φυλακή… Ας τα έχουν αυτά υπόψιν τους όσοι εαυγγελίζονται “κεντρώα ανοίγματα” χωρίς να έχουν ιδέα τι θα πει “Κέντρο”.
Το άνοιγμα στο Κέντρο είναι σαν τα μεταξωτά βρακιά: Θέλει επιδέξιους “πωπούς”… σεβαστοί κύριοι: Κ.Μητσοτάκη, Ν.Ανδρουλάκη και Αλ.Τσίπρα...
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου