Πέμπτη 17 Φεβρουαρίου 2022

Η σημασία της γλώσσας και του λόγου στην πολιτική διαδικασία. Kείμενο από την Αλεξία Χαρακίδα


Η  σημασία της γλώσσας και του λόγου στην πολιτική διαδικασία. Kείμενο από την Αλεξία Χαρακίδα*** Ξεκινώντας με μία μικρή ανάλυση του έργου Edelman Murray’’ Political Language.Words that succeed and Policies that fail ‘’,βλέπουμε πως ο Edelmanμας δηλώνει αμέσως την δύναμη της γλώσσας και των συμβόλων της  που δικαιολογούν την αποδοχή της ανισότητας και της ανεκτικότητας των χρόνιων κοινωνικών προβλημάτων (πχ. Φτώχεια, εγκληματικότητα κλπ.). Ο πολιτικός λόγος που χρησιμοποιείται για να αναλύσει τα χρόνια προβλήματα είναι εν τέλει τόσο κοινότυπος και προβλέψιμος, χωρίς να κάνει ουσιαστικές παρατηρήσεις, όσο και το ίδιο το πρόβλημα που εξηγεί. Έτσι το πρόβλημα και οι αντιλήψεις του κοινού για αυτό και ο πολιτικός λόγος που τις εκφράζει ταυτίζονται και αλληλοσυνδέονται, αφήνοντας πολύ λίγο χώρο για νέες αναλύσεις, που και ακόμα σε αυτή την περίπτωση, η γλώσσα θα παίξει καθοριστικό ρόλο στο πως τόσο το κοινό όσο και οι κυβερνώντες βλέπουν τα πράγματα. Με αυτό τον τρόπο – της προβλεψιμότητας του πολιτικού λόγου – θεμελιώνονται σταθερές απόψεις στην κοινωνία, οι οποίες δημιουργούν άγχος και φόβο που μόνο οι κυβέρνηση μπορεί να τα καταπραΰνει. Αποδεικνύεται ότι η γλώσσα δεν είναι μόνο ένα εργαλείο για την απλή περιγραφή γεγονότων. Αντιθέτως, με τη κατάλληλη χρήση, η γλώσσα νοηματοδοτεί τα γεγονότα και διαμορφώνει τους ρόλους διοικούντων και κοινωνίας.


Σε κάθε κοινωνία (πολιτισμό) οι άνθρωποι εξηγούν τα χρόνια προβλήματα μέσω διαφορετικών, εναλλακτικών θεωριών και απόψεων οι οποίες είναι αντικρουόμενες. Ωστόσο, αν και αντικρουόμενες, αυτές εκλογικεύουν τις ασυνεπείς δημόσιες πολιτικές και τις αντιμαχόμενες ατομικές απόψεις για τα καθημερινά προβλήματα και την απειλή που προκαλούν. Οι άνθρωποι ανάλογα με το υπόβαθρο τους, την κοινωνική τους θέση και την ιδεολογία τους υποστηρίζουν ένα από τα διαθέσιμα μοτίβα σκέψης με αποτέλεσμα να ζουν χωρίς τύψεις για διάφορες πρακτικές που διαφορετικά θα δημιουργούσαν αίσθημα ενοχής και κοινωνική αναστάτωση. Έτσι, τα χρόνια προβλήματα (από τα οποία πολύ κερδίζουν) δεν αντιμετωπίζονται ποτέ αποτελεσματικά. Βέβαια για τον Edelman Murray , η νοηματική δομή είναι ενιαία και κάθε αναφορά σε μία άποψη για ένα θέμα υπονοεί αυτομάτως και τις υπόλοιπες απόψεις για αυτό το θέμα. Παρακάτω, σχετικά με τη διαμόρφωση των δημοσίων πολιτικών, παρατηρούμε ότι σημαντικό ρόλο παίζουν οι προσωπικές απόψεις αυτών που τις σχεδιάζουν και λαμβάνουν τις αποφάσεις για την εφαρμογή τους. 


Η αντίληψη για ένα πολιτικό ζήτημα αντακλά τους φόβους, τις ελπίδες και τα ενδιαφέροντα του παρατηρητή καθώς και την θέση του στην κοινωνία. Έτσι, το πώς τα πολιτικά γεγονότα γίνονται αντιληπτά ορίζει τον παρατηρητή κατ’ αντιστοιχία με το πώς αυτός τα ορίζει. Βεβαίως, είναι σύνηθες οι άνθρωποι, ενώ αποδέχονται μία συγκεκριμένη οπτική γωνία για ένα ζήτημα, να μην απορρίπτουν εντελώς την αντίθετη άποψη καθότι υφίστανται διαρκώς δεύτερες σκέψεις και ανησυχίες πάνω σε αμφιλεγόμενα ζητήματα, ενώ και η απόκτηση νέων πληροφοριών ή και η αλλαγή κοινωνικής θέσης, που επηρεάζουν την θέση μας για ένα ζήτημα, παραμένουν πιθανές. Συνεπώς, η γνωστική λειτουργία είναι διαρκής και μεταβαλλόμενη και όχι σταθερή και αμετάβλητη. Στον κόσμο υπάρχουν πολλές καταστάσεις που αποτελούν πραγματικές απειλές. Ωστόσο, δεν γίνονται όλες αντιληπτές από τον κόσμο. Όπως αναφέρει ο Edelman για να θεωρηθεί κάτι πρόβλημα έχει σημασία οι όροι (γλωσσικοί) που περιγράφουν το πρόβλημα να το παρουσιάζουν σαν άμεση και προσωπική απειλή. Τότε αυτό το θέμα, όσο ασήμαντο κι αν είναι, βιώνεται ως απειλή για μία μερίδα του κοινού και έτσι επιτυγχάνεται υψηλή υποστήριξη σε πολιτικές που καλούνται να επιλύσουν πολύ περισσότερα προβλήματα που συμβολικά συνδέονται με την κύρια απειλή. Αντιθέτως, άλλες καταστάσεις που αποτελούν δυνητικά πολύ μεγαλύτερες απειλές δεν κερδίζουν το ενδιαφέρον του κοινού γιατί ασχολούνται με ομάδες ατόμων των οποίων τα χαρακτηριστικά είναι άγνωστα και δεν έχουν άμεση σχέση με την πραγματικότητα των ανθρώπων – παρατηρητών που ενημερώνονται για την εκάστοτε κατάσταση.


Η γλωσσική κατηγοριοποίηση αναδεικνύει σε μεγάλο βαθμό την εικόνα του κόσμου της πολιτικής, αφού είτε το κοινό είτε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης δεν μπορούν να αντιληφθούν τις περισσότερες δράσεις των δημοσίων υπαλλήλων. Επίσης, χάρη σε αυτήν αποκτά νόημα τόσο το εμφανές όσο και το αφανές σε οποιαδήποτε περίπτωση. Στα σύγχρονα, δυτικά συνήθως, κράτη τα κοινωνικά προβλήματα ορίζονται με ένα τέτοιο τρόπο ώστε να εμφανίζονται ως ξεχωριστά και ασύνδετα και η κυβέρνηση αντιστοίχως τα αντιμετωπίζει ως τέτοια. Αυτή η κατάταξη των προβλημάτων γεννά διάφορες απόψεις και αντιλήψεις λόγω των όρων που χρησιμοποιούνται, με αποτέλεσμα το κοινό να τις αποδέχεται αυτόματα. Έτσι τα διάφορα προβλήματα παρουσιάζονται ως διακριτά με διακριτές αιτίες και αποτελέσματα. Η όποια αλληλεπίδραση μεταξύ των προβλημάτων εξαλείφεται. Η χρήση της κατάλληλων όρων και γλώσσας συνολικά αποσπά την προσοχή από τις πραγματικές αιτίες και δημιουργεί παρεξηγήσεις με αποτέλεσμα τα προβλήματα να μην αντιμετωπίζονται αποτελεσματικά, ενώ συχνά ανάλογα με τον ορισμό ενός προβλήματος καθορίζονται στο συλλογικό νου ποιες πτυχές του μπορούν να αντιμετωπιστούν από μία δημόσια πολιτική και ποιες όχι.


Σε αυτό εδώ το σημείο θα πρέπει να υπογραμμίσουμε τις "ομάδες αναφοράς"(referencegroups) ως ένα συχνό εργαλείο για την άσκηση επιρροής στην πολιτική γνώμη. Πρόκειται για ομάδες "προβληματικών" ανθρώπων (πχ. φτωχοί), η αναφορά στους οποίους αποτελεί το σημείο αναφοράς για τη διαμόρφωση γνώμης του μέσου ανθρώπου. Συχνά τα referencegroups δεν είναι στο οπτικό ραντάρ του μεγαλύτερου τμήματος της κοινωνίας, οπότε οι αναφορές από τους πολιτικούς σε αυτά δεν είναι συνήθως επαληθεύσιμες, τακτική που τους επιτρέπει να κερδίσουν την υποστήριξη του κοινού σε κάποιο ζήτημα. Επιπλέον, η χρήση στατιστικών αποτελεί έναν ακόμη τρόπο επίκλησης των ομάδων αναφοράς. Φτάνοντας προς το τέλος αντιλαμβανόμαστε πως η γλώσσα, με τη χρήση των κατάλληλων λεκτικών και γλωσσικών μορφών,  παράγει απόψεις  που λαμβάνονται αβίαστα ως δεδομένες, αποκρύπτοντας συχνά τα πραγματικά αίτιες των προβλημάτων ή ορισμένες πραγματικές καταστάσεις• ενώ επιπλέον συμβάλλει και στην αναδιαμόρφωση δεδομένων ώστε να είναι ταιριαστά στις γενικές αντιλήψεις για το τι πρέπει να γίνεται.


***Αλεξία - Σταυρούλα Χαρακίδα

Πολιτικός Επιστήμονα - Δημοσιογράφος 

Πολιτική Επιστήμη και Κοινωνική Διοίκηση ΔΠΘ

ΠΜΣ Δημοσιογραφία και Νέα Μέσα ΕΚΠΑ

ΠΜΣ Δημόσιο Δίκαιο και Δημόσια Πολιτική ΕΚΠΑ





Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου