Τετάρτη 30 Σεπτεμβρίου 2020

“When they see us”• όταν η αδικία «βαφτίζεται» δικαιοσύνη…

 


Υπογράφει η νεαρά κυρία
Ραφαηλία Τσάκωνα
Φοιτήτρια Νομικής Σχολής Ε.Κ.Π.Α.


Το “When They See Us” είναι ίσως η καλύτερη μίνι-σειρά του νέτφλιξ με την ετικέτα «βασισμένη σε πραγματικά γεγονότα». Μια συμβουλή πριν τη δείτε οπλιστείτε με κουράγιο, υπομονή και χαρτομάντιλα. Η συγκλονιστική ιστορία έχει ως εξής: ένα βράδυ τον Απρίλιο 1989 άγνωστοι βιάζουν και τραυματίζουν βαριά την τζόγκερ Τρίσα Μέιλι στα δρομάκια του πάρκου. Το ίδιο βράδυ, στην άλλη πλευρά του πάρκου, ομάδα νεαρών αφροαμερικανών «ξεσαλώνουν», κάνουν φασαρία, παρενοχλούν περαστικούς, εκδηλώνοντας έτσι μια μορφή αποκλίνουσας συμπεριφοράς. Η αστυνομία επεμβαίνει και συλλαμβάνει τυχαία άτομα από τον σωρό. Όταν, αργότερα, εντοπίζεται το θύμα του βιασμού, οι αρχές επιδιώκουν διακαώς τη σύνδεση των φασαριών στη μια άκρη του πάρκου με το σεξουαλικό έγκλημα στην άλλη. Η ανάκριση ξεκινά και κινείται εκτός κάθε νομιμότητας.


Οι “5 του Central Park” όπως ονομάστηκαν για χάρη της κοινής γνώμης, δεν ήταν ούτε ένα άτομο, ούτε μία συμμορία. Ήταν έφηβοι της διπλανής πόρτας με οικογένειες, φίλους, όνειρα και φιλοδοξίες. Ήταν ο Γιούσεφ, ο Κέβιν, ο Άντρον, ο Κόρει και ο Ρέιμοντ. Ήταν επίσης ανήλικοι, οι οποίοι όχι μόνο ανακρίθηκαν επί 48 ώρες χωρίς την παρουσία δικηγόρου ή επικοινωνία με γονείς, αλλά και αποτέλεσαν θύματα της σωματικής και ψυχολογικής βίας των αστυνομικών. Οι τελευταίοι θέλοντας «να κλείσουν» ταχύτατα την υπόθεση, εξανάγκασαν τους νεαρούς να υπογράψουν ψευδείς ομολογίες με την υπόσχεση ότι θα επιστρέψουν σπίτι τους. Οι αδίστακτοι αστυνομικοί χρειάζονταν μια κατάθεση που να συνδέει τις υπόλοιπες μετέτρεψαν σε «κατάθεση-κλειδί» εκείνη του Κόρει, ο οποίος βρέθηκε στο τμήμα για να μην αφήσει μόνο τον φίλο του, Γιούσεφ . Οι ομολογίες μαγνητοσκοπούνται• οι τρανταχτές αντιφάσεις αλλοιώνονται στο μοντάζ• οι έφηβοι προφυλακίζονται και παραπέμπονται σε δίκη.


Όλη η Αμερική στρέφει το βλέμμα της στην υπόθεση των «5 του Σέντραλ Παρκ». Ο Γιούσεφ, ο Κέβιν, ο Άντρον, ο Κόρει και ο Ρέιμοντ – είναι σημαντικό να συνειδητοποιήσουμε ότι πρόκειται για πέντε αυθύπαρκτα άτομα- αποκαλούνται «κτήνη». Ο εκατομμυριούχος Τραμπ ζητά την θανατική τους καταδίκη, στοχοποιώντας τους ως «μαύρους εγκληματίες». Μάλιστα, υπάρχει ένα σημείο όπου βλέπουμε βίντεο του ’90, με τον Ντόναλντ να μιλά για την επαναφορά της θανατικής ποινής, ένεκα του συμβάντος, και τους γονείς να τον χαρακτηρίζουν ως «τέρας». Μάλλον δεν μπορούσαν το 1989 να συλάβουν ότι περίπου είκοσι χρόνια μετά ένα τέτοιο άτομο θα αναδεικνυόταν σε Πρόεδρο της χώρας. Στον αντίποδα, η εισαγγελέας της υπόθεσης, Λίντα Φερστέιν ίσως μπορούσε. Η γυναίκα αυτή ήταν αποφασισμένη να κατασκευάσει μια υπόθεση παρά τα τεράστια κενά• το όπλο λείπει, το DNA του δράστη δεν ταυτοποιείται, οι χωροχρονικές αντιφάσεις ποικίλλουν και δεν υπάρχουν μάρτυρες! Στο μεταξύ, οι γονείς των παιδιών αγωνιζόμενοι για να αποδείξουν την αθωότητά τους καταφέρνουν να δημιουργήσουν ένα κίνημα συμπαράστασης προς το μέρος τους. Τα άτομα που ασπάζονται την άποψη περί ρατσιστικής στοχοποίησης των πέντε εφήβων πληθαίνουν. Ωστόσο, αυτό δεν είναι αρκετό για την αθώωσή τους. Στις δίκες που ξεκινούν ο Κόρει, ο Άντρον, ο Γιούσεφ, ο Ρέιμοντ και ο Κέβιν αρνούνται να παραδεχτούν την ενοχή τους προκειμένου να πετύχουν επιεική ποινή. Έτσι, παρά τα γιγαντιαία κενά της υπόθεσης καταδικάζονται σε 5 έως 12 χρόνια φυλάκισης. 


Σαφέστατα και τα πέντε παιδιά είναι τραγικές φιγούρες και η αδικία εναντίον τους δεν μπορεί να αποτυπωθεί σε λέξεις. Πέρασαν το μεγαλύτερο και σημαντικότερο μέρος της νεαρής τους ηλικίας πίσω από τα κάγκελα για ένα έγκλημα που δεν διέπραξαν, ενώ η μετά τη φυλακή ζωή τους ήταν επίσης βασανιστική καθώς κουβαλούσαν το στίγμα του βιαστή και του κατάδικου. Την τραγικότερη φιγούρα, όμως, για μένα τουλάχιστον, αποτελεί ο Κόρει• ήταν ο μόνος από τους πέντε που μπήκε σε φυλακή ενηλίκων όπου έμεινε μέχρι το 2002 όποτε και ομολόγησε ο πραγματικός εγκληματίας, Ματίας Ρέγιες. Η εξέταση DNA επιβεβαίωσε τους ισχυρισμούς του Ρέγιες. Οι ενήλικες πλέον Κέβιν, Άντρον, Γιούσεφ, Ρέιμοντ και Κόρει αθωώθηκαν πλήρως, ενώ οι αστυνομικοί που ενεπλάκησαν στην υπόθεση και η Λίντα Φερστέιν ούτε παραδέχτηκαν το λάθος τους, ούτε μπήκαν φυλακή(!). Λίγα χρόνια αργότερα, οι πέντε άνδρες έκαναν μήνυση εναντίον της πολιτείας της Νέας Υόρκης κερδίζοντας 41 εκατομ. δολάρια ως αποζημίωση, την μεγαλύτερη που έχει εκδικαστεί στην ιστορία της πολιτείας. Βέβαια όπως έχουν δηλώσει οι ίδιοι, «κανένα χρηματικό ποσό δεν θα σου δώσει πίσω τον χαμένο χρόνο».


Το “When They See Us” κλείνει με την προβολή των πραγματικών προσώπων σήμερα, προκαλώντας στον θεατή ανάμεικτα συναισθήματα ανατριχίλας, λύπης, χαράς, θυμού. Σε πιάνει μία διπολικότητα, τρελαίνεσαι. Προσπαθείς να μπεις στη θέση αυτών των ατόμων, αλλά όση ενσυναίσθηση κι αν διαθέτεις δεν αρκεί, για να αντιληφθείς τι πέρασαν. Το "When They See Us" αποκαθιστά την παιδική αθωότητα που τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, η αστυνομία και οι εισαγγελείς προσπάθησαν να αρνηθούν και να παραμορφώσουν. Θρηνεί επίσης τα χρόνια που έχασαν τα πέντε θύματα, καταδικάστηκαν ως αγόρια και απελευθερώθηκαν ως άνδρες. Κι όλα αυτά ως αποτέλεσμα της εγκληματικής αυθαιρεσίας της αστυνομίας, μιας αστυνομίας που ξεχύλιζε και ξεχυλίζει (π.χ. υπόθεση Φλόιντ κ.λπ.) από ρατσισμό. Άραγε, θα μάθει ποτέ ο άνθρωπος από τα λάθη του; 


Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου