The ReMARKables... Oι Αξιοσημείωτοι... Συνέντευξη Vol. 195
Η υπερδραστήρια πολιτικός,
νεαρά κυρία, φέρελπις σε πολλούς τομείς, Ρωξάνη Μπέη
Δικηγόρος Αθηνών, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων (Κ.Υ.Δ.Υ.Α.) και Δημοτική Σύμβουλος Δήμου Αθηναίων με την Δημοτική Παράταξη του κου. Παύλου Γερουλάνου ''Αθήνα Είσαι Εσύ''
μιλά στον Μαρκόπουλο Χ. Θωμά
και τα φιλόξενα:
RizopoulosPost,
Gnomi Kilkis-Paionias
και Off The Record News BlogSpot
Αρχικά θα μου πεις τα βασικά για σένα αγαπητή Ρωξάνη:
Καταγωγή, ηλικία, επάγγελμα, σπουδές, πολιτική, κόμμα-κίνημα,
ασχολίες εκτός εργασίας, οικογένεια, καθημερινότητα κλπ.
Το όνομά μου είναι Ρωξάνη-Ευαγγελία Μπέη-Καραμπότσου (μη ρωτήσετε γιατί, οι γονείς μου το αποφάσισαν), κατά κόσμον Ρωξάνη Μπέη, γεννήθηκα, μεγάλωσα και μένω στο κέντρο της Αθήνας. Είμαι 30 χρονών, έχω σπουδάσει νομική στην Αγγλία, καθώς αρχικά ήθελα να παραμείνω και να εργαστώ εκεί στο Διεθνές Εμπορικό Δίκαιο, ειδίκευση στην οποία έκανα και το μεταπτυχιακό μου στο Πανεπιστήμιο του Λονδίνου (UCL). Είμαι δικηγόρος στο επάγγελμα, εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος στην Αθήνα με την παράταξη «Αθήνα Είσαι Εσύ» και αντιπρόεδρος στο Κέντρο Υποδοχής και Αλληλεγγύης του Δήμου Αθηναίων. Είμαι μέλος του Κινήματος Αλλαγής-ΠΑΣΟΚ, το οποίο εκφράζει τον πολιτικό χώρο στον οποίο ανήκω. Αγαπώ να ασχολούμαι με την πολιτική, την Αθήνα, το διάβασμα, τους φίλους μου (νέους και παλιούς) και να πηγαίνω και κανένα ταξίδι αν βγει. Η καθημερινότητά μου χαρακτηρίζεται από πολύ έντονους ρυθμούς και εναλλαγές, πράγμα το οποίο μου αρέσει και μπορώ και διαχειρίζομαι, χωρίς να χάνω τον εαυτό μου και τους δικούς μου ανθρώπους. Αυτό για μένα αποτελεί την ιδανική ισορροπία σε αυτή τη φάση.
Το μεγάλο ατού και το μεγάλο μελανό σημείο της νομικής επιστήμης και δικηγορίας?
Η νομική επιστήμη είναι ένα πεδίο πολύ ευρύ μεν, με πολλές και διαφορετικές εφαρμογές, αλλά ταυτόχρονα τον κοινό άξονα ότι σου μαθαίνει να σκέφτεσαι συνολικά και να έχεις μια ολοκληρωμένη εικόνα για το πώς λειτουργεί ο κόσμος μέσα στον οποίο καλούμαστε να κινηθούμε και να δράσουμε. Σε εξοικειώνει με την πολυπλοκότητα των σχέσεων και των θεσμών που απαρτίζουν τις σημερινές κοινωνίες, σε μαθαίνει να αντιμετωπίζεις κάθε συνθήκη με κριτική ματιά, καθώς και να αναπτύσσεις ικανότητες δημιουργικής επίλυσης προβλημάτων (problem-solving skills). Από την άλλη, αδιαμφισβήτητα, και δη στη χώρα μας, είναι ένα πραγματικά δύσκολο και αρκετά «χτυπημένο» επάγγελμα από την οικονομική κρίση και μετά. Οι ελεύθεροι επαγγελματίες, και ιδιαίτερα οι νεότεροι, βγαίνουν σε μία κορεσμένη αγορά, ξεκινώντας με αρκετά υψηλές ασφαλιστικές εισφορές και άλλα πάγια έξοδα, που συνιστά μεγάλη πρόκληση την επιβίωση του μάχιμου δικηγόρου και αμιγώς ασκούντα το ελεύθερο επάγγελμα της δικηγορίας. Ακόμα και οι θέσεις των έμμισθων δικηγόρων, όμως, στον ιδιωτικό τομέα, δεν είναι απαραίτητα πιο καλοπληρωμένες και περιορίζουν σαφώς το αντικείμενο ενασχόλησης τις περισσότερες φορές, το οποίο, για τη νομική, που είναι μια επιστήμη που απαιτεί συνεχές διάβασμα και δια βίου κατάρτιση, μπορεί να λειτουργήσει ανασταλτικά. Οφείλουμε, βέβαια, να αναγνωρίσουμε ότι, όπως και σε άλλους τομείς, έτσι και στη νομική, ιδιαίτερα στη συμβουλευτική, έχουμε περάσει ανεπιστρεπτί στην εποχή της εξειδίκευσης, την οποία επιζητά η αγορά εργασίας. Τέλος, η νομική και η δικηγορία σε εξοπλίζουν με «γερό στομάχι» και αντοχές, που χρειάζονται στη σημερινή πραγματικότητα και σε άλλους «στίβους», όπως και ο πολιτικός.
“Me Too” Greece…λεκτική, σωματική, κοινωνική, σεξουαλική και εργασιακή βία.
Πλέον σε πολλούς κλάδους. Πώς νιώθεις? Αλλάζει κάτι?
Ναι, αλλάζει, και αυτό θεωρώ πως είναι το σημαντικότερο μήνυμα και μάθημα που πρέπει να αντλήσουμε από το κίνημα και όλες τις συζητήσεις που αναδύθηκαν εξ αφορμής του “Me Too”. Μεγαλώσαμε, οι τελευταίες γενιές, με τη μοιρολατρική αντίληψη να επικρατεί γύρω μας και να εμποτίζει την κοινή συνείδηση, ότι τίποτα δεν αλλάζει ποτέ επί της ουσίας. Το Me Too, απαρτιζόμενο από τα θύματα, τις γυναίκες, τους εκπροσώπους της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας, τις οργανώσεις, τις φεμινιστικές συλλογικότητες, αλλά πάνω από όλα, τους απλούς πολίτες που, με αλληλεγγύη, στοιχήθηκαν δίπλα και προστατευτικά γύρω από τα θύματα και όσ@ μίλησαν, απέδειξε περίτρανα ότι ο φόβος και η ηττοπάθεια είναι τα αντίθετα της προόδου. Προσωπικά, νιώθω συγκίνηση με την κινητοποίηση και την ευαισθητοποίηση του κόσμου, τα αποθέματα αγάπης και στήριξης που το μεγαλύτερο και πιο ενεργό κομμάτι της κοινωνίας είχε να δώσει, αλλά και περηφάνια και δικαίωση που και οι δικές μας γενιές συνέβαλαν και έχτισαν στους πολιτικούς αγώνες του φεμινιστικού κινήματος κατά τον προηγούμενο αιώνα. Οι νίκες και οι κατακτήσεις είναι απτές πια, χωρίς φυσικά κανείς να ισχυρίζεται ότι δεν υπάρχει δρόμος ακόμα να διανυθεί. Πλέον, όμως, ο κόσμος διεκδικεί ενεργά την εξάλειψη των ανισοτήτων και της έμφυλης βίας, σε κάθε της μορφή, περιφρουρεί με πεποίθηση και αγωνιστικότητα το κάθε κεκτημένο, αναπτύσσει αντανακλαστικά, «ανοίγει» τη συζήτηση σε καθημερινά και mainstream πεδία και έτσι «εκπαιδεύεται» η κοινωνία να αποτινάξει σταδιακά τα κατάλοιπα μιας πατριαρχίας που πάντα ήταν επικίνδυνη και τοξική. Όχι μόνο για τις γυναίκες, αλλά για όλους και όλα. Αυτή η τοξικότητα βρήκε το αντίβαρό της, όχι όμως χωρίς να έχει προηγηθεί το μεγάλο κόστος σε ανθρώπινες ζωές και ψυχισμούς, καθώς και το αξιοθαύμαστο θάρρος όσων μίλησαν και μπήκαν μπροστά.
Είναι οι 50-60plus έτοιμοι να μας δεχθούν ως τη γενιά του αύριο?
Επαγγελματικά, ακαδημαϊκά, κοινωνικά, οικονομικά και πολιτικά.
Εξαρτάται από τον ορισμό που δίνουμε στην αποδοχή και φυσικά από το εκάστοτε πεδίο. Τα ζητήματα της διαγενεακής δικαιοσύνης ανακύπτουν στο δημόσιο διάλογο, σήμερα περισσότερο από ποτέ, και οι λόγοι ποικίλλουν. Η γενιά των σημερινών τριαντάρηδων ήταν, κατά κοινή ομολογία, μια σχετικά «άτυχη» γενιά, που κλήθηκε να αντιμετωπίσει απανωτές κρίσεις, σε όλα τα επίπεδα, στα πιο κρίσιμα και παραγωγικά της χρόνια. Η σταθερά χαμηλά αμειβόμενη, πληγμένη από την ανεργία και εργασιακή ανασφάλεια, γενιά που ωρίμασε γρήγορα αλλά καταστίσθηκε και, κατά πολλούς, κυνική ή αδιάφορη, περνώντας μέσα από οικονομική κρίση, μνημόνια, πανδημία. Υπάρχει, όμως, και η άλλη πλευρά του ίδιου νομίσματος, που περιγράφει μια γενιά την οποία τη χαρακτηρίζει ο ρεαλισμός, η εργατικότητα, η ευαισθητοποίηση απέναντι στις απειλούμενες μελλοντικές προκλήσεις και η αναγνώριση της ανάγκης για συνέργειες. Στο επαγγελματικό και ακαδημαϊκό πεδίο, έχουν αποδείξει οι νεότερες γενιές ότι έχουν τα εφόδια να διαπρέπουν, όταν υπάρχουν οι κατάλληλες ευκαιρίες και αξιοκρατία, είτε εδώ είτε στο εξωτερικό. Σε μια τέτοια συνθήκη, ίσων ευκαιριών και λειτουργικής αξιοκρατίας, η επικρατούσα νοοτροπία δεν επιτρέπει ηλικιακούς αποκλεισμούς και η κάθε γενιά προσφέρει από το μετερίζι της και απολαμβάνει και την ανάλογη και δίκαιη οικονομική ασφάλεια. Όταν εκλείπει αυτή η συνθήκη, τίθενται και τα ζητήματα διαγενεακής δικαιοσύνης που προανέφερα και δυστυχώς στην Ελλάδα, ως έναν βαθμό, με τα μνημόνια και τις εφαρμοστέες πολιτικές, η διαφορετική μεταχείριση των νέων εργαζομένων θεσμοθετήθηκε. Κοινωνικά και πολιτικά, η γενιά του αύριο τώρα δείχνει κάπως τα «δόντια» της. Αποδεικνύει ότι δεν είναι, εξ ορισμού και εκ πεποιθήσεως, αμέτοχη, όπως συχνά κατηγορήθηκε. Οι εμπειρίες που συλλέγονται, μέσα από τις ιδιάζουσες προκλήσεις που την απασχόλησαν και την απασχολούν, αποτελούν μια καινούρια «ματιά» απέναντι στα πράγματα και μπορούν να προσδώσουν μια νέα προοπτική. Ο «χώρος» για τη συμμετοχή στα κοινά υπάρχει, αλλά όχι χωρίς εμπόδια, και το ίδιο το πολιτικό σύστημα πρέπει να εξετάσει ουσιαστικά την εξέλιξή του, γιατί χρειάζεται τους νέους για να λέγεται και να είναι αληθινά αντιπροσωπευτικό. Αυτό θα οδηγήσει, αν μη τι άλλο, σε ορισμένες «άβολες», αλλά αναγκαίες, παραδοχές για το πώς είναι δομημένο. Και εδώ, η συζήτηση ανοίγει ολοένα και περισσότερο και με την αφορμή αλλαγών στις ηγεσίες και προταγμάτων ανανέωσης, που η κοινωνία τα έχει ανάγκη. Δεν πρόκειται, όμως, περί σύγκρουσης γενεών αλλά νοοτροπιών που, εδώ που τα λέμε, δεν έχουν αμιγώς ηλικιακό πρόσημο.
Rώξη... Θα σε ενδιέφερε να έχεις μελλοντικά μια κάποια
παραπάνω πολιτική ενασχόληση? Το 2023-24.
Θα με ενδιέφερε, ναι. Πιστεύω βαθιά ότι η πολιτική, σε όλες τις εκφάνσεις της, είναι προσφορά και μεράκι, εκτός όλων των άλλων. Αυτό το «ενοχλητικό» χαρακτηριστικό όσων ασχολούνται με την πολιτική, είτε εκλογικά είτε όχι, να θέλουν πάντα να μιλήσουν για πολιτική, επικαιρότητα, να θέσουν τα τεκταινόμενα υπό πολιτικό πρίσμα και να αφουγκραστούν την κοινωνία (άλλοι περισσότερο και άλλοι λιγότερο επιτυχημένα). Έτσι και αλλιώς, όλα είναι πολιτική και, θέλοντας και μη, μας αφορά όλους, παρά την απομυθοποίησή της στη χώρα μας την τελευταία δεκαετία. Η πολιτική ενασχόληση, όμως, πλέον, δεν είναι επαγγελματική εξασφάλιση και αυτό πρέπει να είναι ξεκάθαρο, κατά τη γνώμη μου. Ασκώ το επάγγελμά μου, παράλληλα με τις θεσμικές μου υποχρεώσεις, ως εκλεγμένη δημοτική σύμβουλος, και την γενικότερη αυτοδιοικητική μου ενασχόληση, και φυσικά έχω κάνει μια συνειδητή επιλογή να αφιερώνω όλο το χρόνο μου, εκτός της δουλειάς, σε αυτή την ενασχόληση και στην Αθήνα. Πρέπει να είναι κανείς συνειδητοποιημένος γιατί κάνει ό,τι κάνει και τί είναι διατεθειμένος να δώσει και να θυσιάσει, γι’αυτό και είναι δομικό στοιχείο το μεράκι. Προσωπικά, η πολιτική είναι αναπόσπαστο κομμάτι της καθημερινότητας και της ύπαρξής μου που δεν μπορώ να καταστείλω έτσι απλά, οπότε οι αγώνες, με τον πολιτικό χώρο και το κόμμα στο οποίο ανήκω, για μένα συνεχίζονται.
Πολύ καλή και θετική προσέγγιση στα πολιτικά δρώμενα (κυρίως των Αθηνών). Ελπιδοφόρα παρουσία για την πολιτική και την τοπική αυτοδιοίκηση.
ΑπάντησηΔιαγραφή