Σάββατο 26 Σεπτεμβρίου 2015

Αφιέρωμα στον Παύλο Μπακογιάννη: Μία ζωή που ''ενοχλούσε''



Παύλος Κ. Μπακογιάννης. 26 χρόνια έχουν περάσει από τη μέρα της δολοφονίας του βουλευτή και δημοσιογράφου από την τρομοκρατική οργάνωση 17 Νοέμβρη και νομίζω πως θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τι έκανε, ποια ήταν η δράση του και τι ήταν αυτό που μπορεί να ενόχλησε...



Ο Παύλος Μπακογιάννης γεννήθηκε το 1935 μεγάλωσε την περίοδο της Κατοχής και του Εμφυλίου Πολέμου στα χωριά της Ευρυτανίας. Ο πατέρας του ήταν παπάς και ο Παύλος είχε άλλα 2 αδέρφια. 

Παρά τα οικονομικά προβλήματα της οικογενείας του, κατάφερε να σπουδάσει στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, κάνοντας διάφορες δουλειές μαζί με τον αδελφό του για να τα βγάλουν πέρα. 


Η Ευρυτανία ήταν πάντα στην καρδιά του, χωρίς να ξεχνάει στιγμή τις δυσκολίες που είχε περάσει. Αυτό φαίνεται και στη μετέπειτα πολιτική του καριέρα, αλλά και στην ακαδημαϊκή του, αφού η πτυχιακή του εργασία έχει ως θέμα το δημοσιονομικό της πρόβλημα. 


Χωρίς να γνωρίζει καν γερμανικά, αλλά με πάθος για γνώση και μόρφωση, φεύγει για την τότε Δυτική Γερμανία και παίρνει πτυχίο Πολιτικής Οικονομίας και Πολιτικών Επιστημών των Πανεπιστημίων Μονάχου, Τύμπιγκεν και Κωστάντσας (Konstanz), στο Πανεπιστήμιο της οποίας ανακηρύχθηκε κατόπιν Διδάκτωρ των Κοινωνικών Επιστημών. 

Στη συνέχεια μάλιστα, δίδαξε Πολιτικές Επιστήμες και Δημοσιογραφία στο Πανεπιστήμιο του Μονάχου, ενώ από τα μέσα της δεκαετίας του ΄60 και για 10 περίπου χρόνια διηύθυνε το ελληνόφωνο πρόγραμμα της ραδιοφωνίας της Βαυαρίας. 

Το πρόβλημα της «μη γνώσης» γερμανικών, το παρέκαμψε με την καθημερινή τριβή με τον κόσμο αλλά και διάφορες «δουλειές του ποδαριού» του έδωσαν τη δυνατότητα και τη γλώσσα να μάθει και μεταπτυχιακές σπουδές να ολοκληρώσει.

Η ανάληψη της θέσης του Διευθύνοντα Συμβούλου στο ελληνικό πρόγραμμα της Ραδιοφωνίας του Μονάχου του δίνει τη δυνατότητα να έχει καθημερινή επαφή με τους Έλληνες της Γερμανίας, ενημερώνοντάς τους μαζί με το φίλο του Μπάμπη Πραγματευτάκη για τα νέα της πατρίδας τους.



Εκείνη την περίοδο μάλιστα, παρουσιάζει και συγγραφικό έργο, γράφοντας παιδικό βιβλίο στα ελληνικά και στα γερμανικά με τίτλο: «Οι από πάνω» ενώ γράφει και στίχους για τραγούδια της ξενιτιάς και της εργατιάς για τους ομογενείς.

Πιστεύει πως η κάθε είδηση πρέπει να μεταδίδεται σωστά και πως πρέπει να είναι όλα υπό έλεγχο, ενώ κρατάει σημειώσεις για τα πάντα.



Στο αεροδρόμιο για Ελλάδα, ο Παύλος Μπακογιάννης μαθαίνει για την ελληνική δικτατορία και επιστρέφει στο ραδιόφωνο για να ξεκινήσει αγώνα εναντίον της. Δε μένει όμως εκεί. 

Ξεκινά επαφές με πολιτικές ομάδες του εξωτερικού, συναδέλφους από άλλες χώρες, συνεντεύξεις σε έντυπα και τηλεόραση ενώ το ελληνικό Υπουργείο Εξωτερικών ανοίγει την «υπόθεση Μπακογιάννη» και οι πληροφορίες για το πρόσωπό του είναι συνεχείς. Μάλιστα, του αφαιρείται η ελληνική ιθαγένεια, αλλά αυτός δεν το βάζει κάτω. 

Η εκπομπή του αναμεταδίδεται σε αποσπάσματα από την Deutsche Welle και αρχίζει να γίνεται ευρέως γνωστός στην Ελλάδα, κάνοντας τη Χούντα να ανησυχεί.

 

Με τη Μεταπολίτευση, ο Μπακογιάννης επιστρέφει στην Ελλάδα. Είναι πια παντρεμένος με τη Ντόρα Κ. Μητσοτάκη και έχει δύο παιδιά, την Αλεξία και τον Κώστα ενώ στα επαγγελματικά, είναι Αναπλ. Διευθυντής της ΕΙΡΤ με Διευθυντή τον Δημήτρη Χόρν. 

Δεν έμεινε για πολύ όμως εκεί, υποστηρίζοντας πως: 

«Νομίζω πως η καλλίτερη υπηρεσία που προσφέραμε, ο κ. Χορν και εγώ, ήταν να κρατήσουμε το Ραδιόφωνο και την Τηλεόραση μακριά από κομματικούς επηρεασμούς και κομματικές επιδράσεις».

Ξεκινάει εκ νέου την αρθρογραφία και γράφει βιβλία με θέματα την πολιτική, την κοινωνική κατάσταση της Ελλάδας, την παιδεία, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, την αναδιοργάνωση της διοίκησης, την οικονομία, το περιβάλλον κ.τ.λ. με αρκετά επικριτικό λόγο τις περισσότερες φορές, ενώ τα αποφθέγματα του μένουν στην ιστορία:

 «Στην δημοκρατία, δεν υπάρχουν αδιέξοδα»
«Η δημοκρατία είναι ένα πολίτευμα που δέχεται τον άνθρωπο όπως είναι»,
«Μπορούμε και διαφωνούμε, γιατί μπορούμε να συνυπάρχουμε»,
«...το ήθος της πολιτικής είναι και προοπτικά γίνεται ήθος της κοινωνίας»,
«Οι φράσεις που επαναλαμβάνονται στομώνουν την κριτική σκέψη»,
«Σκέψου πόσο κακό έχουν κάνει τα δόγματα στην πρόοδο της ανθρωπότητας»,
«Ανανέωση σημαίνει επικοινωνία και όχι παραπλάνηση»,
«Κράτα λοιπόν -όσο μπορείς- ελεύθερη τη ψυχή και το νου σου, ανοιχτά και για τις αυριανές σκέψεις και ιδέες σου».

Ενώ «δεν του ξεφεύγουν» ούτε οι δημοσιογράφοι: «Πρώην υμνητές της Χούντας έχουν μεταβληθεί σήμερα από τις στήλες εφημερίδων σε κήνσορες της δημοκρατίας και των δημοκρατών. Έτσι, έχει αναπτυχθεί ένα είδος υποδημοσιογραφίας, που δυστυχώς καλλιεργείαται και κατευθύνεται ακόμα από αξιωματούχους του κόμματος που κυβερνάει».
Αυτό που αποζητά είναι μια δημοσιογραφία με κανόνες: Θέλει τον δημοσιογράφο να κάνει ενδελεχή έλεγχο και διαρκή έρευνα για να παρουσιάσει ένα θέμα. 

Ενδιαφέρον παρουσιάζει και η άποψή του για την πολιτική της εποχής του, λέγοντας πως: «Ο Έλληνας ψηφοφόρος γνωρίζει την αδυναμία του να επιβάλλει τη θέλησή του στο κόμμα και γι’ αυτό χρησιμοποιεί τις εκλογές ως επιχείρηση τιμωρίας ή εκδίκησης. Χρησιμοποιεί τη ψήφο περισσότερο με αρνητική έννοια παρά με πολιτική».

Το περιοδικό «Ένα» του οποίου ήταν Εκδότης και Διευθυντής γνωρίζει τεράστια επιτυχία στις πωλήσεις του, αλλά ο Κοσκωτάς τον απομακρύνει από το περιοδικό.

Η αγάπη του Μπακογιάννη για την Ευρυτανία τον κάνει να αναμειγνύει με την πολιτική και έτσι από το Νοέμβριο του 1985 μέχρι το Νοέμβριο του 1989 διετέλεσε πολιτικός σύμβουλος του Προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Κωνσταντίνου Κ. Μητσοτάκη. 

Τον Ιούνιο του 1989 εκλέγεται βουλευτής της μονοεδρικής περιφέρειας της Ευρυτανίας και παρουσιάζει ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα ανάπτυξής της το οποίο και καταθέτει στην Ευρωπαϊκή Ένωση. 


Στη συνέχεια πρωταγωνιστεί στην Κυβέρνηση Τζαννετάκη, όντας ο διαπραγματευτής μεταξύ του κόμματός του και του Συνασπισμού. Πέραν αυτών, εισηγείται στη Βουλή την άρση των συνεπειών του Εμφυλίου Πολέμου υποστηρίζοντας πως «Είναι η Ελλάδα, είναι ο Λαός μας, είναι η Δημοκρατία. Για την πορεία μας στο μέλλον θα πρέπει, οριστικά να αρθούν όλες οι συνέπειες του Εμφυλίου Πολέμου και να απαλλαγούμε από δουλείες…να ψηφίσουμε ένα νόμο – μνημείο και ορόσημο – μεταξύ δύο εποχών».

Το τραγικό τέλος στη ζωή του Παύλου Κ. Μπακογιάννη ήρθε στις 26/9/1989 λίγο πριν μπει στο γραφείο του στην οδό Ομήρου, την περίοδο που η πολιτική επικαιρότητα συγκλονιζόταν από την έναρξη της διαδικασίας για την παραπομπή των πολιτικών του σκανδάλου Κοσκωτά. 

Τοτε η 17η Νοεμβρη με ανακοινωση της ειχε παρει πανω της την δολοφονία του Παυλου Μπακογιαννη. ''...Το στόμα αυτο πρεπει να μεινει κλειστό...'' ειχαν αναφέρει μεταξύ αλλων οι τρομοκράτες. Πολλα χρονια μετα ο Δ. Κουφοντίνας με κατάθεση του πηρε πάνω του την συγκεκριμένη άθλια πράξη και δήλωσε μάλιστα ότι δενμετανιώνει τίποτα από όσα έκανε. (Δείτε περισσότερα εδώ.)

Η τραγική ειρωνεία είναι πως την ίδια ημέρα ήρθε η έγκριση της χρηματοδότησης για το Αναπτυξιακό Πρόγραμμα της Ευρυτανίας από την ΕΕ. Και κάπως έτσι η Δημοκρατία ολοκλήρωσε το έργο της Χούντας, προσπαθώντας ίσως να διαψεύσει την ιστορική φράση του Παύλου «στη Δημοκρατία, δεν υπάρχουν αδιέξοδα»

«Σε τούτα δω τα μάρμαρα, κακιά σκουριά δεν πιάνει. Τιμή και δόξα στον Παύλο Μπακογιάννη»

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου