Του Leonid Bershidsky - ΠΗΓΗ: capital.gr
Το δημοψήφισμα της πΓΔΜ σχετικά με την προτεινόμενη αλλαγή ονόματος, που θα μπορούσε να ανοίξει το δρόμο στη βαλκανική χώρα για την ένταξη στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, απέτυχε λόγω της χαμηλής συμμετοχής. Τα μαθηματικά πίσω από την αποτυχία δείχνουν γιατί είναι δύσκολο να είναι κανείς αισιόδοξος για τα Δυτικά Βαλκάνια, τα σημερινά σύνορα της Ευρώπης.
Το δημοψήφισμα της Κυριακής ήταν επακόλουθο της συμφωνίας του πρωθυπουργού της πΓΔΜ Ζόραν Ζάεφ και του Έλληνα ομόλογού του Αλέξη Τσίπρα τον Ιούνιο. Ο Τσίπρας συμφώνησε να βάλει τέλος στην αντίσταση της Ελλάδας για την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ, εάν η χώρα μετονομαζόταν σε "Βόρεια Μακεδονία” για να ξεχωρίζει από τη βόρεια περιοχή της Ελλάδας, και απέρριπτε τους ισχυρισμούς της προηγούμενης εθνικιστικής κυβέρνησης για τη σύνδεση με τους πολεμιστές βασιλιάδες της αρχαίας Μακεδονίας και ειδικότερα με τον Μέγα Αλέξανδρο.
Η διαμάχη για την ταυτότητα είχε διαρκέσει περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα, προκαλώντας στην πΓΔΜ, κομμάτι της πρώην Γιουγκοσλαβίας, ένα ατέρμονο οικονομικό και διπλωματικό πρόβλημα. Μία λύση φάνηκε να βγαίνει στο προσκήνιο όταν η ΕΕ ανακοίνωσε νωρίτερα φέτος ότι θα δέχεται περισσότερα κράτη των Δυτικών Βαλκανίων ως μέλη κάποια στιγμή εντός της επόμενης δεκαετίας. Δεδομένου ότι η ιδιότητα του μέλους θα απαιτούσε από τα έθνη να επιλύσουν πρώτα τις αντιπαραθέσεις τους, φάνηκε ότι θα μπορούσε τελικά να επιτευχθεί ειρήνη στη λαβωμένη από τους πολέμους περιοχή που παραμένει διαλυμένη από τους επίμονους εθνικισμούς. Η Σερβία και το Κόσοβο φαίνεται επίσης να κινούνται προς την επίλυση των διαφορών τους. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος στην πΓΔΜ αποτελεί μια θλιβερή υπενθύμιση ότι δεν υπάρχουν πρόχειρες λύσεις.
Μόλις 661.393 άτομα ή το 36,87% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων προσήλθαν στις κάλπες την Κυριακή για να απαντήσουν στο ερώτημα "Θα επιθυμούσατε να γίνει η χώρα μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ με την αποδοχή της Συμφωνίας μεταξύ της Δημοκρατίας της Μακεδονίας και της Δημοκρατίας της Ελλάδας;" Αν και το 91,5% εξ αυτών (από το 33,7% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων) ψήφισαν "Ναι", το σύνταγμα της πΓΔΜ απαιτεί ποσοστό συμμετοχής υψηλότερο από 50% για να ισχύσει ένα δημοψήφισμα. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν διευκολύνει τον Ζάεφ να περάσει την αλλαγή ονόματος μέσω του κοινοβουλίου. Το κόμμα του δεν έχει την απόλυτη πλειοψηφία και απαιτούνται οι ψήφοι των δύο τρίτων του κοινοβουλίου για την τροποποίηση του συντάγματος.
Εκ πρώτης όψεως μπορεί να φαίνεται ότι η πλούσια σε παραπληροφόρηση εκστρατεία που καλούσε σε μποϊκοτάζ στο δημοψήφισμα -την οποία οι Σκοπιανοί εθνικιστές προώθησαν, αντί για μία εκστρατεία υπέρ του "Όχι"- στέφθηκε από επιτυχία. Η Ρωσία, η οποία επιδιώκει να καθυστερήσει την ένταξη της πΓΔΜ στο ΝΑΤΟ, υποστήριξε τους εθνικιστές - και αναμφισβήτητα θα ακούσουμε διάφορα τις προσεχείς εβδομάδες σχετικά με το πώς κατάφερε να ανατρέψει τον Ζάεφ. Στην πραγματικότητα, ωστόσο, ο πρωθυπουργός τα πήγε λίγο καλύτερα την Κυριακή, συγκριτικά με τις γενικές εκλογές του Δεκεμβρίου του 2016.
Τότε, το ποσοστό συμμετοχής ήταν 67% σε σύνολο 1,8 εκατ. εγγεγραμμένων ψηφοφόρων της πΓΔΜ, πιθανώς το μέγιστο δυνατό, επειδή το ένα τρίτο των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ζουν και εργάζονται στο εξωτερικό και η χώρα δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά να οργανώσει κάποιο σοβαρό εκλογικό σύστημα για όσους βρίσκονται στο εξωτερικό. Από το 67%, το 39,3% ψήφισε το VMRO-DPNE, το εθνικιστικό, αυταρχικό κόμμα που βρισκόταν στην εξουσία τα προηγούμενα 10 χρόνια. (Έλαβε περισσότερες ψήφους από το κεντροαριστερό μπλοκ του Ζάεφ, αλλά δεν μπορούσε να σχηματίσει την κυβέρνηση επειδή το μεγαλύτερο αλβανικό κόμμα πήρε το μέρος του Ζάεφ). Οι περισσότεροι ψηφοφόροι του VMRO-DPNE θα είχαν πει "όχι" στην αλλαγή ονόματος και είναι ασφαλές να υποθέσουμε ότι πολλοί από αυτούς απλά επέλεξαν να μην προσέλθουν στο δημοψήφισμα της Κυριακής.
Το ότι το 33,7% των εγγεγραμμένων ψηφοφόρων ενέκρινε την πρόταση του Ζάεφ στο δημοψήφισμα αποτελεί βελτίωση από το 27% που δεν υποστήριξε το VMRO-DPNE στις γενικές εκλογές. Σε απόλυτους όρους, ο πρωθυπουργός αύξησε την υποστήριξη στην πρότασή του για την ευρωατλαντική πορεία της πΓΔΜ. Αλλά δεν είναι αρκετό.
Η προσπάθεια του Ζάεφ για μία γρήγορη επίλυση της διαμάχης με την Ελλάδα ήταν καιροσκοπική και ανόητη και δεν αποτελεί έκπληξη το γεγονός ότι απέτυχε, παρά τη συντριπτική υποστήριξη των Σκοπιανών για την ένταξη στα δυτικά θεσμικά όργανα. Πολλοί από αυτούς έχουν ξεπεράσει τις οικονομικές δυσκολίες και την υψηλή ανεργία. Πολλοί δεν αισθάνονται ότι επείγει η ένταξη στο ΝΑΤΟ - που, σε αντίθεση με την ένταξη στην ΕΕ, μπορεί να έρθει σχεδόν αμέσως μετά την αλλαγή της ονομασίας - , κάτι που θα δικαιολογούσε τον συμβιβασμό με την Ελλάδα. Και πράγματι, υπάρχει κάτι που πρέπει να ειπωθεί: η Ελλάδα ξεκίνησε με έναν σκληρό οικονομικό αποκλεισμό της πρόσφατα ανεξάρτητης πΓΔΜ και τώρα είναι πρόθυμη να δεχτεί σχετικά μικρές αλλαγές στο σύνταγμά της για να διευθετήσει τη μακρόχρονη σύγκρουση.
Ο Ζάεφ προσπάθησε να προσθέσει μία ευχάριστη νότα στο αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, λέγοντας ότι όλες οι πολιτικές δυνάμεις έπρεπε να σέβονται τη βούληση του λαού αντί να αναμένουν μία διαφορετική συμφωνία με την Ελλάδα. Αλλά επειδή είναι απίθανο να πάρει την κοινοβουλευτική υποστήριξη που χρειάζεται, βρίσκονται κι άλλες πρόωρες εκλογές στα σκαριά. Ο Ζάεφ θα μπορούσε να κερδίσει, αλλά δεν μπορεί να πλησιάσει πολύ περισσότερο στην πλειοψηφία των δύο τρίτων της βουλής.
Οι αισιόδοξοι του ευρώ πρέπει τώρα να αναγνωρίσουν ότι δεν υπάρχει γρήγορη λύση. Για να αποκτήσουν τη λαϊκή υποστήριξη που απαιτείται για έναν συμβιβασμό με την Ελλάδα, πρέπει να δείξουν ότι μπορούν να κυβερνήσουν τη χώρα καλύτερα από ό,τι οι εθνικιστές κατά τη διάρκεια της δεκαετίας που βρίσκονταν στην εξουσία. Πέρυσι, η πΓΔΜ παρουσίασε μηδενική οικονομική ανάπτυξη, έναντι 2,4% για τα Δυτικά Βαλκάνια συνολικά. Η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει μόλις 2,3% ανάπτυξη για το τρέχον έτος, ποσοστό μικρότερο συγκριτικά με οποιαδήποτε άλλη χώρα στην περιοχή.
Αυτό δεν αποτελεί λόγο για τους Σκοπιανούς που εργάζονται στο εξωτερικό να επιστρέψουν στην πατρίδα τους, όπου η ανεργία υπερβαίνει το 20%. Θα χρειαζόταν μια "έκρηξη” όπως στην Πολωνία, η οποία έχει οδηγήσει σε έλλειψη εργατικού δυναμικού. Η ένταξη στην ΕΕ, βέβαια, πιθανότατα θα τονώσει την ανάπτυξη - αλλά η πΓΔΜ δεν είναι ακόμη επίσημα υποψήφια για προσχώρηση, οπότε θα χρειαστεί χρόνος σε κάθε περίπτωση.
Όπως και στην περίπτωση της Σερβίας-Κοσόβου, όπου οι πλευρές αναζητούν ενεργά συμβιβασμό αλλά εξακολουθούν να απέχουν πολύ από τη λύση, κανένα μαγικό ραβδί δεν θα εξαφανίσει τα μακροχρόνια εμπόδια στην πρόοδο προς την ειρήνη. Οι ελπίδες που έχουν προκύψει φέτος για την περιοχή δεν έχουν "πεθάνει”, αλλά θα χρειαστούν περισσότερα, πέρα από την προοπτική ένταξης στην ΕΕ και στο ΝΑΤΟ για να βρεθούν οι λύσεις στα μακροχρόνια προβλήματα. Οι υπομονετικοί πολιτικοί ελιγμοί, η καλύτερη καθημερινή οικονομική διαχείριση και η προσεκτική διπλωματία εξακολουθούν να αποτελούν τις μεγαλύτερες ελπίδες για τα Δυτικά Βαλκάνια.
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου