Δευτέρα 24 Μαρτίου 2014

Τι είναι η μανία και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;

Τι είναι η μανία και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί;



ΜΑΝΙΑ: Μια καταιγίδα πληροφοριών
Σε όλους μας έχει συμβεί όταν κάνουμε στο διαδίκτυο μια αναζήτηση, να πλημμυρίζει η στή­λη των θεμάτων, που μας υποδεικνύει η μηχανή αναζήτησης που χρησιμοποιούμε, με θέματα που δεν μας ενδιαφέρουν. Κλασικό παράδειγ­μα είναι εάν έχουμε δώσει για αναζήτηση κά­ποιο ονοματεπώνυμο, η μηχανή μπορεί να μας υποδείξει αποτελέσματα, που να αντιστοιχούν τόσο στο όνομα όσο και στο επώνυμο. Αυτό είναι φυσικό να μας προκαλέσει άσκοπη σύγχυ­ση. Ακόμα όμως μπορεί και να ξεστρατίσει την αναζήτησή μας, σε πεδία άσχετα με τις αρχικές μας προθέσεις. Άλλωστε πόσες φορές δεν έχου­με με αυτόν τον τρόπο, ξεκινήσει μια περιπλά­νηση, ένα σερφάρισμα, σε ιστοτόπους που δεν είχαμε κανένα σκοπό να μπούμε; 

Αυτό ακριβώς συμβαίνει στο σύμπτωμα το οποίο στην κλινική Ψυχιατρική ονομάζουμε ιδεοφυγή.
Γράφει ο ψυχίατρος – νευρολόγος, Παύλος Σακκάς
Παύλος Ν. Σακκάς
Ξεφεύγει το ενδιαφέρον του εγκεφά­λου από το αρχικό θέμα και κάποιες λέξεις κλει­διά, οδηγούν τον ασθενή που βρίσκεται σε μα­νία, σε άσχετα θέματα:
-Χθες είδα τον Γιάννη..., όχι τον Γιάννη-Αγιάννη από τους Αθλίους του Βικτώρ Ουγκώ..., τώρα που το σκέφτηκα, στην οδό Ουγκώ έμενε ένας συμμαθητής μου στο γυμνάσιο...
-γυμνάσιο, που προέρχεται από τη λέξη γυμναστική... θυμάμαι λοι­πόν μια ωραία γυμνάστρια που είδα στην τηλεόραση...
-Η σκέψη του ασθενούς όταν είναι σε μανία, πηδά από το ένα θέμα στο άλλο. Η διεύρυνση μάλιστα του αριθμού των θεμάτων, που καλεί­ται να επεξεργαστεί ο εγκέφαλός του, τον σπρώχνει να αυξήσει την ταχύτητα επεξεργασίας τους. Έτσι φαίνεται σαν να τρέχει και να επε­ξεργάζεται πολλές ιδέες στη σειρά, τη μία μετά την άλλη. Αυτό που ονομάζεται στην Ψυχιατρική συμπτωματολογία, «/δεόρρο/α», δηλαδή ροή ιδεών. Αν μάλιστα ο μανιακός προσπαθήσει να επικοινωνήσει τον ποταμό των ιδεών, που κατακλύζουν την οθόνη του μυαλού του, τότε εμφανίζει «λογόρροια», δηλαδή μιλά συνεχώς και ασταμάτητα.
-Ένα τηλεφώνημα με έκανε να ανησυχήσω. Ήταν ο αδελφός της Ελπί­δας, μιας νέας 28 ετών, που έπασχε από κατάθλιψη. Έμενε σε μια γραφι­κή λουτρόπολη και πριν από έξι μήνες, την είχε φέρει η μητέρα της και ο αδελφός της, γιατί μετά από την απόλυσή της, όταν έκλεισε η επιχεί­ρηση στην οποία εργαζόταν, η Ελπίδα έπαθε κατάθλιψη. Επιπλέον πα­ράλληλα με την απώλεια της δουλειάς της, την Ελπίδα εγκατέλειψε και ο φίλος της, που και αυτός εργαζόταν στην ίδια επιχείρηση. Έτσι ενώ, όπως μου είχε πει η μητέρα της, η Ελπίδα ήταν πάντα ένα δραστήριο κορίτσι, εντούτοις μετά την απόλυσή της, όχι μόνο δεν έψαχνε για να βρει μια νέα δουλειά, αλλά έμενε συνεχώς μέσα στο σπίτι. Είχε «βουλιά­ξει» σε σημείο που δεν ήθελε να δει ούτε τηλεόραση. Καθόταν πολλές ώρες κουκουλωμένη στο κρεβάτι της.
-Στην κατάσταση εκείνη της χορήγησα αντικαταθλιπτική θεραπεία και σε έναν μήνα άρχισε να βγαίνει, να κυκλοφορεί και να ψάχνει για δουλειά. Στους δύο μήνες πράγματι βρήκε δουλειά ως πλασιέ και με το αυτοκίνητό της όργωνε την περιοχή της. Συνέχιζε προφανώς την αντι­καταθλιπτική αγωγή που της είχα συστήσει, αλλά διέκοψε κάθε επικοι­νωνία μαζί μου.
-Εδώ θέλω να σημειώσω ότι στην άσκηση του επαγγέλματος μου, έχω σαν αρχή, να μην επικοινωνώ εγώ με τους ασθενείς μου, ή τους συγγε­νείς τους. Δεν θέλω να εκληφθεί από κάποιους, ότι τους πιέζω για να με επισκεφθούν και πάλι. Σε όλες όμως τις περιπτώσεις, τονίζω τόσο στους ασθενείς όσο και στους συνοδούς τους, την ανάγκη που υπάρχει για ψυχιατρική παρακολούθηση, ειδικά μάλιστα όταν χορηγώ σε κά­ποιον φαρμακευτική αγωγή.
Δεν ήξερα λοιπόν τι έκανε η Ελπίδα, μέχρι εκείνο το αγωνιώδες τηλεφώνημα από τον αδελφό της.
-Γιατρέ, η αδελφή μου δεν είναι καλά. Ξενυχτά κάθε βράδυ, δεν ξέ­ρουμε με ποιους κάνει παρέα και δεν μπορούμε με τη μητέρα μου να την ελέγξουμε.
-Πρέπει οπωσδήποτε να τη φέρετε να τη δω. Το πιο πιθανό είναι, ότι πέρασε στο άλλο άκρο από την κατάθλιψη που είχε. Πέρασε δηλα­δή σε μανία.
-Δεν είναι τόσο εύκολο να τη φέρουμε. Σας είπα γιατρέ, δεν παίρνει από λόγια.
-Για πες μου. Παίρνει ακόμα τα φάρμακα που της είχα δώσει;
-Δεν ξέρω. Μάλλον όχι. Εκείνο που ξέρω είναι ότι κάθε μέρα πίνει. Συχνά γυρνά μεθυσμένη. Όχι τίποτε άλλο, αλλά θα σκοτωθεί, έτσι που κυκλοφορεί.
-Το πράγμα είναι σοβαρό. Δεν μπορείς να την αφήσεις έτσι. Έχεις υποχρέωση να τη φέρεις να λάβει αγωγή. Είσαι υπεύθυνος, εσύ και η μητέρα σου.
-Μα με το ζόρι;
-Βεβαίως με το ζόρι. Αυτή τη στιγμή δεν έχει την κρίση να καταλάβει τι κάνει. Δεν μπορείς να την αφήνεις και να την παρατηρείς διακρι­τικά, από απόσταση. Οφείλεις να επέμβεις.
-Δεν ξέρω. Θα το συζητήσω με τη μητέρα μου...
-Τι να συζητήσετε; Αν την έβλεπες να πνίγεται, θα το συζητούσες με τη μητέρα σου; Ή θα περίμενες να σου δώσει η ίδια την άδεια για να τη σώσεις; Θα «τη βουτήξεις από τα μαλλιά» και θα τη φέρεις αύριο, ό,τι ώρα μπορέσεις.
Προφανώς ήμουν τόσο κάθετος που τον έπεισα. Το άλλο απόγευμα ήρθε στο ιατρείο μου, μια Ελπίδα... αγνώριστη. Εκείνο το γλυκό και συνεσταλμένο κορίτσι, είχε μεταμορφωθεί σε μια προκλητική «λαϊκο- γκόμενα», υπερβολικά βαμμένη και ντυμένη με έντονα χρώματα. Η εμ­φάνισή της και οι τρόποι της, έφταναν στα όρια του χυδαίου. Μιλούσε δυνατά και συνεχώς. Δεν άφηνε να μιλήσει κανένας. Όταν πήγαινε να μιλήσει ο αδελφός της ή η μητέρα της, τους διέκοπτε και έλεγε δυνατά:
-Εγώ ήρθα εδώ μόνο και μόνο επειδή το ζήτησε ο γιατρός. Εσείς εί­στε συντηρητικοί και δεν μπορείτε να με καταλάβετε... Θα κάνω ό,τι θέλω και δεν δίνω λογαριασμό σε κανέναν. Αν σας γουστάρει... Αλλιώς, την κοπανάω από το σπίτι και πέταξε το πουλάκι... Έτσι δεν είναι γιατρέ; Μπορώ να μείνω και στον γιατρό. Έχει μεγάλο σπίτι και κάπου θα με χωρέσει και μένα...
Με κοίταζε προκλητικά και «με νόημα». Προφανώς βρισκόταν σε μα­νία, όπως λέμε στην Ψυχιατρική τη μανιακή φάση της διπολικής νόσου, δηλαδή της μανιοκατάθλιψης. Η μανία τής είχε προκαλέσει, εκτός από την πολυλογία και τη χαρακτηριστική άρση των αναστολών. Όπως μου εκμυστηρεύτηκε μετά από μία εβδομάδα, όταν ήρθε σε κάποιον λογα­ριασμό, τις τελευταίες δέκα ημέρες, είχε κάνει έρωτα με πάνω από 20 άντρες. Είχε φτάσει να «την πέφτει», σε όποιον εύρισκε μπροστά της. Όταν αργότερα ηρέμησε και πέρασε σε νορμοθυμία, δηλαδή σε φυσιο­λογική ρύθμιση του συναισθήματος της, είχε πολλές τύψεις, για ό,τι είχε κάνει όταν ήταν στη μανία.
Οι τύψεις αυτές, αναφορικά με τα λόγια και τις πράξεις, που έχουν κά­νει οι ασθενείς όταν βρισκόταν σε μανία, τους σπρώχνει πολλές φορές προς την κατάθλιψη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι περισσότε­ροι ασθενείς μετανιώνουν και αισθάνονται ενοχές για τη συμπεριφορά τους, κατά τη φάση της μανίας. Αυτό αποτελεί και έναν δείκτη μανίας στη διερεύνηση του ιστορικού του ασθενούς. Τους ρωτάω δηλαδή, αν πέρασαν στο παρελθόν κάποιο χρονικό διάστημα, που έκαναν πράγ­ματα, για τα οποία αργότερα μετάνιωσαν.
Στη διπολική νόσο συμβαίνει και το ανάποδο. Μετά δηλαδή από μια μακρά περίοδο κατάθλιψης, μπορεί να παρατηρηθεί μια υπερβολική ενεργητικότητα. Πολλοί παρομοιάζουν την κατάσταση αυτή με «τον δεμένο σκύλο, που τον άφησαν ελεύθερο». Μετά δηλαδή από την αυτοαπομόνωση που συνοδεύει την κατάθλιψη, είναι αναμενόμενο ο ασθενής που έγινε καλά, να βγει και να διασκεδάσει. Ακόμα θεωρείται αναμενόμενο να πάει στα μαγαζιά και να ψωνίσει. Θυμάμαι μια ασθενή, που μου είχε έρθει μετά από έναν χρόνο σε κατάθλιψη. Με την κατάλ­ληλη αγωγή την έβγαλα από τη δυστυχία τής κατάθλιψης. Μου είπε ότι επιτέλους χαιρόταν και πάλι να βγαίνει με φίλες της και να πηγαίνει στα μαγαζιά. Ψώνισε μάλιστα ό,τι δεν είχε ψωνίσει ολόκληρη την προηγού­μενη χρονιά!

Δεν υπάρχουν σχόλια :

Δημοσίευση σχολίου