Της Ερικέτης Διακουμάκου ***
Σύμφωνα με έρευνα που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Μάρτιο από την deVere Group, έναν από τους μεγαλύτερους ανεξάρτητους χρηματοοικονομικούς οργανισμούς παγκοσμίως, το ξέσπασμα της πανδημίας Covid-19 είχε ως αποτέλεσμα την αύξηση κατά 72% της χρήσης εφαρμογών χρηματοοικονομικής τεχνολογίας (fintech) στην Ευρώπη μέσα σε μόλις μία βδομάδα. Σε μία εποχή που οι περισσότεροι τομείς της παγκόσμιας οικονομίας αρχίζουν να υφίστανται τις συνέπειες μιας νέας παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης, το απότομο άλμα στην υιοθέτηση και τη χρήση τέτοιου είδους εφαρμογών συνεπάγεται ενθαρρυντικά νέα για τη βιομηχανία fintech, η οποία ως ένας σημαντικός μοχλός της τέταρτης βιομηχανικής επανάστασης πρόκειται να αποτελέσει κυρίαρχο κομμάτι της ζωής μας και η πανδημία ήρθε για να αναδείξει τη σημασία του και να τροφοδοτήσει την ανάπτυξή του.
Τι είναι, λοιπόν, το fintech (financial technology); Ο όρος, αν και δεν είναι δεκτικός ενός παγκοσμίως αποδεκτού ορισμού, αναφέρεται στη χρήση καινοτόμων τεχνολογιών πληροφορικής και επικοινωνιών στον κλάδο παροχής χρηματοοικονομικών προϊόντων, υπηρεσιών ή επιχειρηματικών μοντέλων. Οι υπηρεσίες που παρέχουν οι εταιρείες fintech καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα των χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, όπως ηλεκτρονικές πληρωμές και mobile wallets, υπηρεσίες διαχείρισης επενδύσεων, υπηρεσίες δανειοδότησης κυρίως μέσω εναλλακτικών μορφών χρηματοδότησης και υπηρεσίες αυτοματοποιημένου ελέγχου των χρηματοοικονομικών συναλλαγών και επικοινωνίας με τους πελάτες (π.χ. robo-advisors).
Στα οφέλη της χρήσης καινοτόμων ψηφιακών λύσεων κατά την παροχή χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών σε καταναλωτές και επιχειρήσεις, περιλαμβάνονται, μεταξύ άλλων, η αποδοτικότητα, η ευελιξία και η μείωση κόστους κατά την παροχή τους, η δημιουργία νέων υπηρεσιών και γενικότερα η βελτίωση της εμπειρίας του καταναλωτή και των επιχειρήσεων. Ενδεικτικά, η υπηρεσία P2P lending, αποτελεί ένας είδος δανεισμού χρημάτων σε ιδιώτες ή επιχειρήσεις μέσω ηλεκτρονικών υπηρεσιών (P2P lending platforms) οι οποίες φέρνουν σε επαφή τους δανειστές με τους δανειολήπτες, σε αντίθεση με το παραδοσιακό μοντέλο δανεισμού κατά το οποίο η τράπεζα ή η εκάστοτε εταιρεία παροχής δανείων μεσολαβεί μεταξύ δανειστή και υποψήφιου δανειολήπτη. Η υπηρεσία αυτή ως εναλλακτική μορφή χρηματοδότησης μπορεί να αποτελέσει σύμμαχο για τις ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις, δίνοντας τους τη δυνατότητα να καλύψουν έως και €1,5 δισ. χρηματοδοτικού κενού σε περίπτωση που η Ελλάδα προσεγγίσει την ανάπτυξη του εν λόγω κλάδου στα πλαίσια χωρών "fintech friendly”, όπως το Ηνωμένο Βασίλειο. Το γεγονός αυτό έχει ιδιαίτερη σημασία για τις επιχειρήσεις αυτές, η χρηματοδότηση των οποίων δυσχεραίνεται τα τελευταία έτη, λόγω της δυσλειτουργίας του τραπεζικού συστήματος.
Ο πολλά υποσχόμενος κλάδος fintech, όπως εκτιμάται σε επιστημονική μελέτη που πραγματοποιήθηκε από τους καθηγητές Γ. Δουκίδη (ΟΠΑ) και Π. Κουρουθανάση (Ιόνιο Πανεπιστήμιο),μπορεί, ακόμη, να λειτουργήσει ως εργαλείο για τη μεγέθυνση του ΑΕΠ έως και 0,6%, σε περίπτωση που η αξία συναλλαγών μέσω fintech υπηρεσιών προσεγγίσει τον ευρωπαϊκό μέσο όρο και έως 1,8% σε περίπτωση που η Ελλάδα εξελιχθεί σε ένα fintech περιφερειακό πόλο καινοτομίας. Περαιτέρω η ανάπτυξη του κλάδου στη χώρα μας θα μπορούσε να συμβάλλει στην τόνωση της ανάπτυξης της οικονομίας με την προσέλκυση ξένων επενδύσεων η οποία με τη σειρά της μπορεί να οδηγήσει σε τόνωση της απασχόλησης, μέσω της δημιουργίας νέων θέσεων εργασίας.
Ωστόσο, ο εν λόγω κλάδος είναι φυσικά εκτεθειμένος και σε κινδύνους κυβερνοεπιθέσεων, money laundering, παραβίασης προσωπικών δεδομένων, κ.α. Έρευνα της εταιρείας ασφάλειας διαδικτύου Immuni Web έδειξε ότι το 98% των εταιρειών fintech είναι εκτεθειμένο σε κυβερνοεπιθέσεις. Ασπίδα προστασίας του κλάδου από τους κινδύνους αυτούς μπορεί να αποτελέσει ένα ολοκληρωμένο νομοθετικό-ρυθμιστικό πλαίσιο που θα "αγκαλιάζει" τις ευκαιρίες που παρουσιάζουν οι χρηματοοικονομικές τεχνολογίες και ταυτόχρονα θα μετριάζει τους κινδύνους και θα εξασφαλίζει την προστασία του καταναλωτικού κοινού στο μέγιστο βαθμό.
Η ενσωμάτωση, δύο χρόνια πριν, στο εθνικό μας δίκαιο της ευρωπαϊκής οδηγίας PSD2 σε συνδυασμό με την ενσωμάτωση του κανονιστικού πλαισίου GDPR, έθεσαν, η μεν πρώτη, τα θεμέλια για τον ριζικό μετασχηματισμό της κλασικής τραπεζικής, παρέχοντας νέες ευκαιρίες τόσο στις fintech εταιρείες, όσο και στα πιστωτικά ιδρύματα, εφόσον τα τελευταία υιοθετήσουν μια αποτελεσματική ψηφιακή στρατηγική, το δε δεύτερο αυστηρές προϋποθέσεις για την επεξεργασία των προσωπικών δεδομένων. Ορισμένες δικαιοδοσίες, με γνώμονα την προστασία των καταναλωτών αλλά και τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας έχουν ήδη προχωρήσει σε πρωτοβουλίες για τη βελτίωση και την ενίσχυση της αλληλεπίδρασης των εποπτικών τους αρχών με τους καινοτόμους χρηματοπιστωτικούς φορείς. Συγκεκριμένα, το Ηνωμένο Βασίλειο έχει εισάγει εδώ και χρόνια έναν επιτυχημένο μηχανισμό διευκόλυνσης της καινοτομίας, το Regulatory Sandbox, το οποίο αποτελεί ένα περιβάλλον προστατευμένης εκτέλεσης που δίνει στις επιχειρήσεις τη δυνατότητα να πραγματοποιούν ζωντανές δοκιμές σε ελεγχόμενο περιβάλλον για τα καινοτόμα χρηματοοικονομικά προϊόντα, το οποίο παρακολουθείται από τη ρυθμιστική αρχή. Μέσω της πρωτοβουλίας αυτής έχει καταφέρει να μειώσει τον χρόνο και το κόστος της εισαγωγής καινοτόμων ιδεών στην αγορά, να διευκολύνει τη συνεργασία μεταξύ ρυθμιστικής αρχής και καινοτόμων επιχειρήσεων και να μειώσει το ρίσκο αποτυχίας ενός επιχειρηματικού εγχειρήματος.
Αντίστοιχα και η ελληνική αγορά μπορεί να ωφεληθεί περαιτέρω από ένα κανονιστικό περιβάλλον που θα διευκολύνει και θα στηρίζει πλήρως την καινοτομία. Οι διαδικασίες προς αυτή την κατεύθυνση φαίνεται πως έχουν ήδη δρομολογηθεί στη χώρα μας καθώς, πριν λίγες μέρες, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (EBRD), κατόπιν αιτήματος της Τράπεζας της Ελλάδας (ΤτΕ) ενέκρινε τη δημιουργία Regulatory Sandbox. Να σημειωθεί πως η ΤτΕ, προκειμένου να διευκολύνει την καινοτομία στον χρηματοοικονομικό χώρο, έχει συστήσει από τον Μάρτιο του 2019 το Fintech Innovation Hub, το οποίο αποτελεί ένα εξειδικευμένο σημείο επαφής για τις εταιρείες, στο οποίο μπορούν να απευθύνουν ερωτήσεις στις αρμόδιες αρχές σχετικά με θέματα που σχετίζονται με τεχνολογίες fintech και να λαμβάνουν μη δεσμευτικές οδηγίες σχετικά με την κανονιστική συμμόρφωση καινοτόμων χρηματοπιστωτικών υπηρεσιών, με απαιτήσεις αδειοδότησης και ρυθμιστικές/εποπτικές προσδοκίες. Επιπλέον, η Επιτροπή Ανταγωνισμού, στο πλαίσιο των δράσεων που έχει αναλάβει για την προστασία των καταναλωτών στη δύσκολη αυτή συγκυρία της πανδημίας, αναγνωρίζοντας τον σημαντικό ρόλο που μπορεί να διαδραματίσει η χρηματοοικονομική τεχνολογία, έχει προχωρήσει ήδη στην εκκίνηση κλαδικής έρευνας στις χρηματοοικονομικές τεχνολογίες, ασκώντας τη σχετική αρμοδιότητα που έχει αναλάβει βάσει του άρθρου 40 του ν. 3959/2011. Στα πλαίσια της έρευνας αυτής, θα εξεταστούν ζητήματα όπως το ρυθμιστικό και εποπτικό πλαίσιο στις αγορές αυτές, με έμφαση σε τυχόν απαιτήσεις αδειοδότησης, τυχόν ασάφειες ή κενά του πλαισίου αυτού.
Χωρίς αμφιβολία, η κληρονομιά της υγειονομικής κρίσης θα είναι μεγάλη. Μετά τον ψηφιακό μετασχηματισμό του δημοσίου, -που ήδη λαμβάνει χώρα-, σειρά έχει η προσαρμογή της χώρας μας στη νέα πραγματικότητα των χρηματοοικονομικών τεχνολογιών. Βασική προϋπόθεση, να γίνει με όρους που θα επιτρέψουν την ανάπτυξη υγιούς ανταγωνισμού και θα καταστήσουν την Ελλάδα "ισχυρό παίκτη" στις διεθνείς αγορές. Το fintech ήρθε για να μείνει και να αλλάξει το τοπίο της τραπεζικής και χρηματοοικονομικής αγοράς όπως το ξέρουμε μέχρι σήμερα. Η αξιοποίηση του μπορεί να συμβάλλει σημαντικά στην ώθηση της ελληνικής οικονομίας αλλά και στη διαμόρφωση ενός νέου παραγωγικού μοντέλου της χώρας, το οποίο, δεδομένης της νέας οικονομικής κρίσης που "γέννησε" η πανδημία, είναι πιο αναγκαίο από ποτέ.
*** Η κα Ερικέτη Δ. Διακουμάκου είναι Δικηγόρος, M.Sc. Banking and Finance Law, LL.M. International Commercial Law
ΠΗΓΗ: www.capital.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου