Το 2021 βρίσκει την τουρκική κοινωνία και ηγεσία υπό μεγάλη πίεση, τόσο στο εσωτερικό της όσο και διεθνώς. Η οικονομική κρίση που βιώνει η Τουρκία είναι η χειρότερη των τελευταίων δεκαετιών, και είναι κρίση βαθιά που αγγίζει όλα τα κοινωνικά στρώματα, ιδίως εκείνα που ανέδειξαν το κόμμα του Ερντογάν στην εξουσία. Εξίσου βαθιά κρίση βιώνουν οι δημοκρατικοί θεσμοί στην χώρα, οι οποίοι πλέον αποτελούν μονάχα φύλο συκής για τον απολυταρχισμό της τουρκικής ηγεσίας. Πολιτικοί αντίπαλοι, δημοσιογράφοι και ακτιβιστές ανθρωπίνων δικαιωμάτων οδηγούνται στην φυλακή, ενώ η ελευθερία του λόγου έχει βιαίως σωπάσει.
Η διεθνής κοινότητα πλέον δεν μένει απλός παρατηρητής. Τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ευρώπη, με σταδιακό αλλά σταθερό βηματισμό, στέλνουν ξεκάθαρα μηνύματα στην Τουρκία. Οι αντιδράσεις έπαψαν να είναι μόνο λεκτικές, με πρώτες τις αυστηρές κυρώσεις που επέβαλλαν οι ΗΠΑ, καθώς και εκείνες που μετά βεβαιότητας θα επιβάλλει η ΕΕ αν η Τουρκία συνεχίσει την επιθετική της στάση. Η αξιοπιστία της κυβέρνησης και η ελληνική διπλωματία κατάφεραν το 2020 να μετατρέψουν οριστικά τα ελληνοτουρκικά σε ευρωτουρκικά. Σύγκρουση με την Ελλάδα πλέον θα σημαίνει σύγκρουση με την Ευρώπη. Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το μήνυμα αυτό έχει αναλυθεί σε βάθος από την τουρκική ηγεσία. Δημόσιες τοποθετήσεις προς μείωσης της αξίας του είναι προς εσωτερική κατανάλωση. Σε αυτή την λογική ενσωματώνεται και η πρόσφατη επιχειρηματολογία σχετικά με την επαναδιαπραγμάτευση της Συνθήκης της Λωζάνης. Η ιστορική αυτή συνθήκη τερμάτισε τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο ανατολικό του μέτωπο, καθορίζοντας οριστικά τα σύνορα της Τουρκίας με την Ελλάδα, τη Βουλγαρία, τη Συρία και το Ιράκ. Η Άγκυρα λοιπόν γνωρίζει πολύ καλά ότι η Συνθήκη της Λωζάνης είναι μια συνθήκη την επαναδιαπραγμάτευση της οποίας δεν θα δεχθεί και δεν θα ανεχθεί κανείς. Συνθήκες τέτοιες που καθορίζουν σύνορα είναι συνθήκες που αλλάζουν μόνο με πόλεμο. Όταν η ναζιστική Γερμανία επιχείρησε να αλλάξει την Συνθήκη των Βερσαλλιών, οδηγήθηκε σε ένα πόλεμο με καταστροφικές συνέπειες για όλο τον κόσμο και πρωτίστως για την Γερμανία. Ο Ερντογάν υιοθετεί λογικές «τραμπισμού», επιχειρώντας διαπραγματεύσεις μέσω δημοσίου λόγου και «twitter-ικου» κύρους. Η Ελλάδα, έχοντας θωρακιστεί αμυντικά και διπλωματικά, δείχνει στον Ερντογάν ότι μοναδική ουσιαστική και αξιόπιστη οδός για την Τουρκία είναι η επιστροφή στην λογική του διαλόγου. Ενός διαλόγου που με βάσει το διεθνές δίκαιο θα επιχειρήσει την επίλυση της μοναδικής εκκρεμότητας μεταξύ των δύο χωρών, την οριοθέτηση δηλαδή των θαλασσίων ζωνών. Σε αυτό πρέπει να είμαστε ξεκάθαροι, και να μην δοθεί το παραμικρό περιθώριο σε οποιοδήποτε επιχείρημα της Άγκυρας ότι εμείς δεν επιθυμούμε τον διάλογο. Αυτό θα αποτελούσε μόνο βούτυρο στο ψωμί της Τουρκίας.
Ο Ερντογάν γνωρίζει πια πολύ καλά ότι πλησιάζει η ώρα που το ποτήρι θα ξεχειλίσει. Τώρα καλείται να αλλάξει στάση, να αλλάξει πλεύση. Μια πρώτη προσπάθεια προς αυτή την κατεύθυνση είναι η ανακοίνωση ότι το Orus Reic θα πραγματοποιήσει έρευνες αποκλειστικά εντός τουρκικών χωρικών υδάτων, μακριά από την ελληνική υφαλοκρηπίδα. Αν η ανακοίνωση αυτή αποτελέσει δεσμευτική απόφαση εκ μέρους της Τουρκίας, θα είναι ένα σημαντικό πρώτο δείγμα γραφής. Εμείς διατηρούμε την αξιοπιστία μας, την ισχύ και τα επιχειρήματα μας, και με κανένα τρόπο δεν πρέπει να δώσουμε στην Τουρκία το άλλοθι να αποφύγει την χρονιά αυτή την εκκίνηση των διερευνητικών επαφών.
Άρθρο Ντόρας Μπακογιάννη στην «Καθημερινή της Κυριακής»
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου