Υπογράφει νεαρά Πολιτική Επιστήμονας, κυρία Αλεξία Χαρακίδα*
Tα κύρια σημεία της διάλεξης του Βρετανού καθηγητή πολιτικής επιστήμης R.A.W Rhodes με τίτλο “The New Governance: Governing without Government” που δημοσιεύθηκε το 1996,θα λέγαμε πως αποτελούν σημαντική βάση για να κατανοήσουμε πως ένα πολιτικό σύστημα μπορεί να οδηγήσει μια χώρα στην ανάπτυξη ή στην ύφεση ανάλογα τις πολιτικές πρακτικές που ακολουθούνται. Αναφέρεται στις νέες μορφές διακυβέρνησης που εφαρμόστηκαν στη Μ. Βρετανία μετά τη μακρόχρονη πρωθυπουργία της Μ. Θάτσερ, η οποία ως γνωστόν εγκαθίδρυσε τον «νεοφιλελευθερισμό» ως οικονομικό και πολιτικό σύστημα.
Η Margaret Hilda Thatcher (1925-2013) θα μείνει στην ιστορία ως η πρώτη γυναίκα πρωθυπουργός στην Μεγάλη Βρετανία, για τις σκληρές μεταρρυθμίσεις της που έφεραν σε ισορροπία την Αγγλία, για την εγκαθίδρυση του νεοφιλελευθερισμού, καθώς και για τον ακράδαντο χαρακτήρα της που -πάρα της πιέσεις- παρέμεινε στις πεποιθήσεις της. Η ατζέντα της περιείχε αύξηση επιτοκίων, ώστε να περιοριστεί το χρήμα στην αγορά με αποτέλεσμα τη μείωση του πληθωρισμού, κρατικό περιορισμό στις δημόσιες δαπάνες και υποχρηματοδότηση στην εκπαίδευση, τον στεγαστικό τομέα και την βιομηχανία.
Το σήμα κατατεθέν του Θατσερισμού ήταν οι αποκρατικοποιήσεις τεράστιων κλάδων της χώρας, όπως η πετρελαιοβιομηχανία B.P., η παροχή νερού, ηλεκτροδότησης και, γενικότερα, μικρών μονοπωλίων που δεν είχαν ανταγωνισμό. Η συγκεκριμένη πολίτικη απέδωσε 29 δις. λίρες και επιπλέον 18 δις. από την πώληση δημόσιων κτηρίων, όπως σχολεία και κρατικά γραφεία. Οι ενέργειες αυτές ως κύριο αποτέλεσμα είχαν το τέλος της ύφεσης του 1980-1981, παράλληλα προκάλεσαν αμέτρητες αντιδράσεις κατά της πρωθυπουργού, μέχρι και στο εσωτερικό του κόμματός της, από συντηρητικούς που στήριζαν τον Heath. Τότε ειπώθηκε και μια από τις πιο γνωστές της φράσεις “U-turn if you want to, the lady’s not for turning”.
Επίσης η δεύτερη θητεία της Thatcher χαρακτηρίζεται από μια μεγάλη οικονομική και κοινωνική ευημερία, καθώς η ανεργία μειώνεται σε σταθερούς ρυθμούς, ο πληθωρισμός κυμαίνεται σε χαμηλό επίπεδο, και παρατηρείται μια τεράστια ζήτηση για την αγορά κατοικιών. Αυτό το boom (και το συγκεκριμένο Lawson boom, το όποιο πήρε το όνομα του από τον υπουργό οικονομικών της κυβέρνησης Nigel Lawson) για την αγορά κατοικιών (στην οποία οι τιμές εκτινάχθηκαν στο 300% της άξιας τους) προσδίδεται στην μείωση της ανεργίας, την αποκατάσταση της πίστης, τη μείωση της γενικής φορολογίας στο 25%, και την αύξηση του πραγματικού μισθού των εργαζομένων. Στο διάστημα 1989-1990 σημειώθηκε ανάπτυξη της τάξης του 5%, το οποίο εκλαμβάνεται ως μεγάλη αύξηση του ΑΕΠ , αλλά παράλληλα αυξανόταν και ο πληθωρισμός στο 11%.
Σύμφωνα με τον Rhodes, ο όρος «διακυβέρνηση» σχετίζεται κυρίως με τις έννοιες της «αυτο-οργάνωσης» και των «διοργανωτικών δικτύων», οι οποίες συμπληρώνουν τις αγορές και τις ιεραρχίες ως κυβερνητικές δομές για την κατανομή πόρων και την άσκηση ελέγχου και συντονισμού. Αυτή η ερμηνεία της διακυβέρνησης ρίχνει φως και στις αλλαγές στις οποίες προέβη η βρετανική κυβέρνηση εκείνη την περίοδο και αφορούσαν ιδίως την «απογύμνωση» του κράτους, τη νέα δημόσια διοίκηση και τη διακυβερνητική διαχείριση. Ο όρος «governance» (διακυβέρνηση) χρησιμοποιείται ευρέως, αντικαθιστώντας την κοινή κυβέρνηση και έχει πολλές διαφορετικές έννοιες. Ο πιο εύστοχος ορισμός είναι αυτός του Sammy Finer, σύμφωνα με τον οποίο διακυβέρνηση είναι: Η δραστηριότητα ή η διαδικασία του κυβερνάν,
- Μία προϋπόθεση ενός υποχρεωτικού κανόνα
- Τα άτομα που είναι επιφορτισμένα με το καθήκον να κυβερνούν ή οι «κυβερνήτες» και
- Ο τρόπος, η μέθοδος ή το σύστημα υπό το οποίο διέπεται μία συγκεκριμένη κοινωνία
Τα κοινά χαρακτηριστικά της «διακυβέρνησης» είναι τα εξής:
(1) Αλληλεξάρτηση μεταξύ οργανισμών. Η διακυβέρνηση είναι ευρύτερη από την κυβέρνηση, καλύπτοντας μη κρατικούς φορείς. Η αλλαγή των ορίων του κράτους σήμαινε ότι τα όρια μεταξύ δημόσιου, ιδιωτικού και εθελοντικού τομέα μετατράπηκαν και είναι πλέον αδιαφανή.
(2) Συνεχείς αλληλεπιδράσεις μεταξύ των μελών του δικτύου, που προκαλούνται από την ανάγκη ανταλλαγής πόρων και διαπραγμάτευσης κοινών σκοπών.
(3) Αλληλεπιδράσεις που μοιάζουν με παιχνίδι, βασισμένες στην εμπιστοσύνη και ρυθμίζονται από κανόνες του παιχνιδιού που διαπραγματεύονται και συμφωνούνται από τους συμμετέχοντες στο δίκτυο.
(4) Σημαντικός βαθμός αυτονομίας από το κράτος. Τα δίκτυα δεν λογοδοτούν στο κράτος, αλλά αυτο-οργανώνονται. Αν και το κράτος δεν κατέχει προνομιακή, κυρίαρχη θέση, μπορεί έμμεσα και ατελώς να κατευθύνει τα δίκτυα.
Κατά τη δεκαετία του 1980 και του 1990 υπήρξαν σημαντικές αλλαγές στη Μ. Βρετανία. Συγκεκριμένα: Πραγματοποιήθηκε οπισθοχώρηση στα όρια του κράτους, επαναπροσδιορίσθηκε η έννοια της πολιτικής εξουσίας, βελτιώθηκε η παρακολούθηση και η αξιολόγηση, υπήρξαν μεταρρυθμίσεις στη διαχείριση του δημόσιου τομέα, αυξήθηκε η διαφάνεια στον δημόσιο τομέα, μεταρρυθμίστηκαν οι δομές και άλλαξε η κουλτούρα των δημοσίων υπαλλήλων. Τα επαναλαμβανόμενα μοτίβα στις μεταρρυθμίσεις που έγιναν ήταν ο ανταγωνισμός και οι αγορές.
Οι πιο διακριτές αλλαγές τις οποίες έκανε η συντηρητική κυβέρνηση στη Μ. Βρετανία ήταν οι εξής:
1.Το «Hollowing Out» - το άδειασμα του κοίλου του κράτους
Αναφέρεται στα εξής:
(1) Ιδιωτικοποίηση και περιορισμό του πεδίου και των μορφών δημόσιας παρέμβασης.
(2) Απώλεια λειτουργιών από κεντρικές και τοπικές κυβερνητικές υπηρεσίες σε εναλλακτικά συστήματα παράδοσης (όπως υπηρεσίες).
(3) Απώλεια καθηκόντων από τη βρετανική κυβέρνηση στα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
(4) Οριοθέτηση της διακριτικής ευχέρειας των δημοσίων υπαλλήλων μέσω της νέας δημόσιας διοίκησης, με έμφαση στη διαχειριστική λογοδοσία και τον σαφέστερο πολιτικό έλεγχο μέσω μιας πιο έντονης διάκρισης μεταξύ πολιτικής και διοίκησης.
Ο δημόσιος τομέας γίνεται μικρότερος και κατακερματισμένος και αυτή η διαδικασία «αδειάσματος του κοίλου» δημιουργεί πολλά προβλήματα. Τρία προβλήματα χρήζουν ιδιαίτερου σχολιασμού: ο κατακερματισμός, η καθοδήγηση και η λογοδοσία.
α) Ο κατακερματισμός οδηγεί σε μειωμένο έλεγχο επί της εφαρμογής. Υπηρεσίες όπως η φροντίδα στην κοινότητα παρέχονται από ένα δίκτυο οργανισμών όπως το κεντρικό τμήμα, οι τοπικές αρχές, οι υγειονομικές αρχές, οι υπηρεσίες, οι ιδιωτικές επιχειρήσεις και οι εθελοντικές ομάδες. Για παράδειγμα, η φροντίδα των ηλικιωμένων μπορεί να περιλαμβάνει πάνω από δώδεκα άτομα που προέρχονται από περισσότερες από έξι υπηρεσίες που καλύπτουν κάθε τομέα.
β) Η καθοδήγηση σύνθετων ομάδων οργανώσεων είναι δύσκολη. Οι έλεγχοι απομακρυσμένης συμμετοχής από την πλευρά της κυβέρνησης ενδέχεται να μην παρέχουν επαρκή μόχλευση για το κέντρο έτσι ώστε να κατευθύνει τα δίκτυα. Το κέντρο δεν έχει πλέον την ίδια ικανότητα να συντονίζει και να σχεδιάζει τη πολιτική. Όσο δε τα δίκτυα πολλαπλασιάζονται, τόσο αυξάνονται και οι αμφιβολίες για την ικανότητα του κέντρου να κατευθύνει.
γ) Η εκκένωση διαβρώνει τη λογοδοσία. Πράγματι, η θεσμική πολυπλοκότητα αποκρύπτει ποιος είναι υπόλογος σε ποιον για τι. Το «νέο όργανο δικαιοδοσίας» ή τα όργανα ειδικού σκοπού έχουν αντικαταστήσει κεντρικά τμήματα και εκλέγουν τοπικά συμβούλια για την παροχή υπηρεσιών και υπόκεινται σε διαφορετικούς βαθμούς δημόσιας λογοδοσίας και η κυβέρνηση εξισώνει τη διαφάνεια και την ανταπόκριση των καταναλωτών με τη δημόσια λογοδοσία. Με την εφαρμογή διαδικασιών διαμεσολάβησης δεν εισήχθησαν νέες ρυθμίσεις για τη διατήρηση της υπουργικής λογοδοσίας και η θέση της κυβέρνησης είναι στην καλύτερη περίπτωση διφορούμενη και, στη χειρότερη, «επιφανειακή και εφησυχασμένη».
2.Οι αντιφάσεις του New Public Management (νέας δημόσιας διαχείρισης)
Η νέα δημόσια διαχείριση εξαίρει τις πρακτικές της ιδιωτικής διαχείρισης, ωστόσο, υπάρχουν σημαντικές αντιφάσεις από αυτή την εφαρμογή. Η νέα διακυβέρνηση, λοιπόν, ανέδειξε τέσσερις αδυναμίες της νέας δημόσιας διαχείρισης:
α) Είναι προφανές ότι ο «διαχειριστισμός» υιοθετεί μια ενδο-οργανωτική οπτική. Επικεντρώνεται στα «3Es» (economy,efficiency, effectiveness) και την αξία για τα χρήματα κατά τον ιεραρχικό έλεγχο και τη σαφή κατανομή εξουσίας και ευθύνης. Αν και ενδείκνυται για τη διαχείριση γραφειοκρατικών γραμμών, αυτή η προσέγγιση δεν δίνει προσοχή στη διαχείριση διασυνδεδεμένων δεσμών για διαπραγμάτευση κοινών σκοπών όπου δεν υπάρχει ιεραρχία ελέγχου.
β) Ο διαχειριστισμός έχει εμμονή με στόχους. H διαχείριση μέσω στόχων αναζωπυρώθηκε κατά τις δεκαετίες 1980 και 1990. Για παράδειγμα, οι διπλωματικές δεξιότητες διατήρησης της σχέσης μεταξύ του τμήματος κοινωνικών υπηρεσιών τοπικής αυτοδιοίκησης και του ιδιωτικού φορέα παροχής οικιακής φροντίδας είναι πιο σημαντικές από την αυστηρή τήρηση συγκεκριμένων συμβατικών στόχων. Η διατήρηση της εμπιστοσύνης υπερισχύει όλων των άλλων θεμάτων.
γ) Η νέα δημόσια διαχείριση επικεντρώνεται στα αποτελέσματα. Ωστόσο, σε ένα διοργανωτικό δίκτυο, κανένας φορέας δεν είναι υπεύθυνος για ένα αποτέλεσμα. Μπορεί να μην υπάρχει συμφωνία ούτε για το επιθυμητό αποτέλεσμα ή για τον τρόπο μέτρησής του και το κέντρο δεν έχει κανένα μέσο επιβολής των προτιμήσεών του. Υπάρχει «το πρόβλημα πολλών χεριών» όπου υπάρχουν τόσοι πολλοί άνθρωποι που συνεισφέρουν, που τελικά δεν μπορεί να αναγνωριστεί καμία συνεισφορά. Η νέα δημόσια διαχείριση μπορεί να θέτει όρια στις γραφειοκρατικές δομές, αλλά δεν είναι κατάλληλη για τη διαχείριση των δια-οργανωτικών δικτύων και, πιο σημαντικό, τα δίκτυα αυτά την υπονομεύουν, λόγω της ενδο-οργανωτικής εστίασής της σε στόχους και αποτελέσματα.
δ) Τέλος, υπάρχει μια αντίφαση μεταξύ ανταγωνισμού και καθοδήγησης στην καρδιά της νέας δημόσιας διαχείρισης, λόγω του χαμηλού επιπέδου αλληλεξάρτησης μεταξύ των διαφόρων ενδιαφερομένων.
3. Η άνοδος του μοντέλου της διακυβερνητικής διαχείρισης – Intergovernmental Management (IGM)
Η αποτελεσματική διακυβέρνηση απαιτεί επανεξέταση της εργαλειοθήκης της κυβέρνησης, για να αποφευχθούν οι αντιφάσεις και τα κενά που προαναφέρθηκαν. Σύμφωνα με τον καθηγητή Deil Wright, το μοντέλο της διακυβερνητικής διαχείρισης έχει τρία ξεχωριστά χαρακτηριστικά: την επίλυση προβλημάτων, τα διακυβερνητικά παιχνίδια και τη δικτύωση. Πρόκειται για την αντιμετώπιση πολλών δικαιοδοσιών για την επίλυση συγκεκριμένων προβλημάτων και την οικοδόμηση δικτύων επικοινωνίας για την παραγωγή χρήσιμων αποτελεσμάτων.
Σύμφωνα με τον Agranoff, πρόκειται για ξεχωριστούς οργανισμούς που αναπτύσσουν κοινές δράσεις και βρίσκουν «εφικτές πορείες δραστηριότητας από κοινού διαχείρισης, όπως για παράδειγμα η επιχορήγηση των διαφόρων μελών του δικτύου, τα οποία λαμβάνουν πόρους από διάφορες πηγές και για διάφορους σκοπούς, οι διαπραγματεύσεις για την επίλυση προβλημάτων μέσω αμοιβαίας προσαρμογής, η συνεργατική διαχείριση κλπ.
Η γραφειοκρατία παραμένει μια σημαντική δομή διακυβέρνησης στη Βρετανία, αλλά οι διοικητικές εντολές δεν λειτουργούν για όλους τους τομείς πολιτικής σε όλες τις περιστάσεις. Πολιτικές όπως αυτή της ανάθεσης συμβάλλουν σημαντικά στο κόστος και στην εξοικονόμηση εργασίας. Όμως, όσον αφορά τη γραφειοκρατία, οι λύσεις της αγοράς δεν είναι το ίδιο λειτουργικές για όλους τους τομείς πολιτικής σε όλες τις περιστάσεις.
Συμπερασματικά, μπορεί η Μάργκαρετ Θάτσερ να άφησε την χώρα της σε ένα κλίμα ύφεσης, ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η κατάσταση στην οποία ανέλαβε τα ινία της χώρας το 1979 ήταν πολύ χειρότερη. Σπουδαία πολιτικός με συγκεκριμένο όραμα, την ανοικοδόμηση του οικονομικού συστήματος της χώρας της, εφαρμόζοντας μια αμφιλεγόμενη για την εποχή της οικονομική και πολίτικη σκέψη που εδραίωσε ένα νέο σύστημα στα οικονομικά και στην πολίτικη ,τον νεοφιλελευθερισμό. Κύριος σκοπός της η ανάπτυξη και εξυγίανση του κράτους της. Η Μάργκαρετ Θάτσερ , η «Κόρη του Μπακάλη», όπως την είχαν αποκαλέσει για την ταπεινή της καταγωγή ή «Σιδηρά Κυρία», προσωνύμιο που της είχαν προσάψει επιτυχημένα οι Σοβιετικοί έχει δικαιολογημένα μείνει στην ιστορία για την ασυμβίβαστη πολιτική της και το ύφος της ηγεσίας της.
*Αλεξία Σταυρούλα Χαρακίδα
Κοινωνική Διοίκηση και Πολιτική Επιστήμη ΔΠΘ
ΠΜΣ Δημοσιογραφία και Νέα Μέσα ΕΚΠΑ
ΠΜΣ Δημόσιο Δίκαιο και Δημόσια Πολιτική ΕΚΠΑ
Τομεάρχης Έρευνας και Καινοτομίας ΟΝΝΕΔ Αιτωλ/νιας
Υπεύθυνη Επικοινωνίας Εμπορίου και Βιομηχανίας ΟΝΝΕΔ (πανελλαδικά)
Δεν υπάρχουν σχόλια :
Δημοσίευση σχολίου